Ένας από τους πιο ιστορικούς προπονητές που κάθισαν στον «πράσινο πάγκο», ο μεγάλος Γιάτσεκ Γκμοχ, μιλά για τον Παναθηναϊκό. Ο ιστορικός Πολωνός τεχνικός, θυμάται την μεγάλη πορεία του Παναθηναϊκού το 1985, μέχρι τα ημιτελικά του κυπέλλου πρωταθλητριών. Τον άδικο αποκλεισμό από την Λίβερπουλ και τους παίκτες που θεωρούσε παιδιά του. Παράλληλα μιλά με τα καλύτερα λόγια για τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς, όπως και τον βοηθό του Χρήστο Κόντη.

Πότε σας προσέγγισε για πρώτη φορά ο Γ. Βαρδινογιάννη ώστε να έρθετε στον Παναθηναϊκό;

«Το 1980 ήμουν προπονητής στον ΠΑΣ Γιάννινα. Μέχρι τα μισά της πρώτης μου σεζόν ήμασταν τελευταίοι, αλλά στο τέλος καταφέραμε να σωθούμε. Την δεύτερη χρονιά επικοινώνησε μαζί μου ο Βαρδινογιάννης, πριν από έναν αγώνα στην Καβάλα. Εγώ αρνήθηκα, γιατί το κομμουνιστικό καθεστώς της Πολωνίας τότε, ήταν αυστηρό σε όσους δουλεύαμε στην Δύση. Ο γιος μου σπούδαζε στην Βαρσοβία και δεν ήθελα να έχω πρόβλημα. Όταν όμως ήμουν στην Λάρισα έγινε άλλη μια πρόταση από τον Παναθηναϊκό.

Τότε με την Λάρισα ήρθαμε δεύτεροι στο πρωτάθλημα, μεγάλο κατόρθωμα για εκείνη την εποχή. Όμως, παρότι φτάσαμε εκεί που φτάσαμε, η διοίκηση της ΑΕΛ άργησε να μου προτείνει ανανέωση συμβολαίου. Η πρόταση του Παναθηναϊκού ήταν επίσημη, όχι όπως την πρώτη φορά και έτσι δέχτηκα να πάω να υπογράψω».

Την πρώτη σας χρονιά, πιστεύατε ότι θα φτάσετε στα ημιτελικά του κυπέλλου Πρωταθλητριών μέσα σε δυο χρόνια;

«Απολύτως. Αυτός ήταν και ο στόχος που θέσαμε συζητώντας με τους ιδιοκτήτες του Παναθηναϊκού. Το 1978 ήμουν προπονητής στην Εθνική Πολωνίας και φτάσαμε στις 5 καλύτερες ομάδες στο Μουντιάλ της Αργεντινής. Οπότε ήθελα να κάνω κάτι μεγάλο για την ομάδα και για εμένα. Συμφωνήσαμε για τις μεταγραφές, όπως του Ζάετς και για ολόκληρο το πλάνο, δεν ήταν τίποτε τυχαίο».

Στον πρώτο ημιτελικό με την Λίβερπουλ τα παράπονα του Παναθηναϊκού στον διαιτητή είναι δίκαια;

«Φυσικά. Ο Ολλανδός Κάιζερ ήταν τότε διαιτητής και δεν θα τον ξεχάσω μέχρι το τέλος της ζωής μου. Αυτός ο άνθρωπος, για να μην πω πολλά, δεν ήταν αντικειμενικός. Μας ακύρωσε γκολ χωρίς λόγο, δεν μας έδωσε δυο πέναλτι στους Ζάετς και Σαραβάκο, που έγιναν στην μεγάλη περιοχή. Δεν σφύριζε τίποτα και μετά τον αγώνα τον χαρακτήρισα με… Πολωνικές λέξεις, που δεν καταλάβαινε βέβαια τι εννοούσα. Οι εφημερίδες τα μετέφρασαν και τότε κατάλαβε ο διαιτητής τι πραγματικά είχα πει».

Μέχρι τα ημιτελικά ο Παναθηναϊκός απέκλεισε Φέγενορντ, Λίνφιλντ και Γκέτεμποργκ. Ποιο παιχνίδι θυμάστε περισσότερο;

«Πιστεύω ότι το δεύτερο παιχνίδι με την Γκέτεμποργκ στην Αθήνα, όπου ήρθαμε 2-2, ήταν πολύ δύσκολο. Γιατί ο αντίπαλος ήταν μέσα στις 10 καλύτερες ομάδες τη Ευρώπης. Ήρθαν προετοιμασμένοι πολύ καλά, με δυνατό pressing και είχαμε πρόβλημα. Αλλά ο αγώνας με την Λίνφιλντ, που έληξε 3-3 ήταν χειρότερος. Χάναμε 2-0 στο 15ο λεπτό και στο τρίτο γκολ ο Ταράσης έδιωξε την μπάλα από την γραμμή. Κάναμε λάθος και αντί να μαρκάρουμε σε αμυντική ζώνη, παίξαμε man to man, μας έκαναν άνω κάτω.

Θυμάμαι πως ο Γ. Βαρδινογιάννης, στο ημίχρονο, ήρθε στα αποδυτήρια, με πήρε στην άκρη και με ρώτησε «τι γίνεται, τι συμβαίνει;» και του απάντησα «πρόεδρε θα διορθώσουμε τα λάθη μας, μην φοβάστε». Πραγματικά κάναμε πολύ καλό παιχνίδι, με τους Ζάετς Ρότσα και τον Αντωνίου, που ήταν δικό μου παιδί. Αν θυμάστε του φώναζα ότι πρέπει να κερδίσουμε, αλλά και η ισοπαλία αρκούσε για την πρόκριση. Αυτό το παιχνίδι έμεινε στο μυαλό και στην καρδιά μου».

Τότε βέβαιά δεν ξέρατε τι ομάδα ήταν η Λίνφλιντ σωστά;

«Ναι οι Έλληνες δημοσιογράφοι τότε δεν ξέρανε την αξία της Λίνφλιντ. Γράφανε ότι είναι μικρή ομάδα, πως οι παίκτες της ήταν σερβιτόροι, οδηγοί και άλλα πολλά. Όμως ήταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ της Β. Ιρλανδίας, πολύ μεγάλη ομάδα. Και παράλληλα, για πολιτικούς λόγους, τους στήριζε η Μ. Βρετανία λόγου του πολέμου με τον IRA».

Γιατί φύγατε από την ομάδα;

«Δεν θέλω να μιλήσω για αυτά τα πράγματα. Ο προπονητής πρέπει να κάνει την δουλειά του και κάποια στιγμή φεύγει. Ήρθε η ώρα που χωρίσανε οι δρόμοι μας, αλλά ποτέ δεν ξέχασα. Έχω πάντα στην καρδιά μου την ομάδα και τις στιγμές που περάσαμε μαζί. Τους συνεργάτες μου όπως τον Βασίλη Παπαδημητρίου. Φέραμε μεγάλες αλλαγές στον τρόπο προπόνησης, στην τακτική, κάτι που έδωσε καρπούς. Κάναμε ορισμένα πράγματα πρωτοποριακά. Για παράδειγμα, κάτι που πρέπει να προσέχει και ο Ιβάν τώρα, οι στατικές φάσεις.

Σε κάθε προπόνηση δουλεύαμε τις στατικές φάσεις, από δέκα φορές με τον ίδιο τρόπο. Επίσης προσέχαμε το pressing, όχι όπως τώρα βέβαια, αλλά οι παίκτες έπρεπε να κερδίσουν την μπάλα γρήγορα. Το αβαντάζ που δίνει το γήπεδο της Λεωφόρου, που δεν είναι γήπεδο ευρωπαϊκών προδιαγραφών βέβαια. Ήμασταν προετοιμασμένοι για να κερδίσουμε αυτό το αβαντάζ. Φάνηκε στο παιχνίδι με τον Άρη, όπου νικήσαμε με 5-1».

Όταν παίξατε το πρώτο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, ως προπονητής του Ολυμπιακού, τι συναισθήματα είχατε;

«Κοιτάξτε ο προπονητής είναι επαγγελματίας. Δεν πρέπει να δείχνει ότι έχει συναισθήματα ή ότι είναι οπαδός κάποιας ομάδας. Σε κάθε ομάδα που δούλεψα έδινα το max και έτσι πρέπει. Με όλες τις ομάδες μου και σε όλα τα παιχνίδια, προσπαθούσα να είμαι σωστός. Όταν υπογράψεις σε μια ομάδα, πρέπει να είσαι σωστός επαγγελματίας. Αυτή ήταν η φιλοσοφία μου και γι’ αυτό ο κόσμος δέχτηκε την συμπεριφορά μου. Έτσι μπορώ να πάω σε αγώνες του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού και άλλων ομάδων που προπόνησα».

Ο τωρινός προπονητής του Παναθηναϊκού ήταν αντίπαλος σας όσο ήταν στον Ηρακλή και έχετε προπονήσει την ίδια ομάδα στην Κύπρο. Τι γνώμη έχετε για τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς;

«Ήταν πρώτα απ΄ όλα, επειδή τότε ξέραμε ο ένας τον άλλον, πολύ σωστός άνθρωπος και καλός επαγγελματίας. Είναι πολύ καλός προπονητής με μεγάλες αποδόσεις, όραμα και παρακολουθεί που πηγαίνει το ποδόσφαιρο. Λόγου αυτού έχει πολλές επιτυχίες. Η… πίκρα μου είναι ότι με “πέρασε” στο ΑΠΟΕΛ, όταν πήγε μέχρι τους “8” Champions League. Ο βοηθός του, ο Χρήστος Κόντης, είναι δικό μου παιδί. Ήξερα τον πατέρα του όταν ήταν αντιπρόεδρος της ΑΕΚ. Είχαμε φιλία μεταξύ μας. Αυτό το ζευγάρι προσφέρει πάρα πολλά, όπου πάει και στον Παναθηναϊκό».

Σας αρέσει το μοντέλο του τεχνικού διευθυντή;

«Γενικότερα, από την εποχή μου, δεν είμαι υπέρ του τεχνικού διευθυντή. Εγώ πάντα μιλούσα με τους ιδιοκτήτες κάθε ομάδας που ήμουν και βάζαμε τους στόχους για την χρονιά. Από την παραμονή στην κατηγορία, μέχρι την πρώτη θέση στο πρωτάθλημα. Ζητούσα συγκεκριμένο μπάτζετ και συγκεκριμένους παίκτες.

Έτσι, εγώ ήμουν ο υπεύθυνος για αυτές τις κινήσεις. Πιστεύω ότι ο Ιβάν έχει τέτοιες συμφωνίες με την διοίκηση του Παναθηναϊκού. Για τα ποδοσφαιρικά πρέπει να είναι υπεύθυνος ο προπονητής, που παράλληλα είναι μάνατζερ και τεχνικός διευνθητης, πάντα μαζί με το επιτελείο του. Τα άλλα μοντέλα για εμένα δεν αποδίδουν».

Ποιο είναι το δυνατό σημείο του Παναθηναϊκού του Ιβάν Γιοβάνοβιτς;

«Αυτό είναι θέμα του προπονητή. Εγώ δεν παίρνω ποτέ θέση και δεν απαντώ σε τέτοια πράγματα. Υπεύθυνος είναι πάντα ο προπονητής για όλες αυτές τις ερωτήσεις. Αυτός έχει το πλάνο, τα λεφτά και πρέπει να φέρει εις πέρας τους στόχους που έθεσε ο ιδιοκτήτης. Εγώ πιστεύω ότι ο Ιβάν θα δουλέψει με τέτοιο τρόπο».

Υπάρχει κάποιος παίκτης από το φετινό ρόστερ που σας κάνει καλή εντύπωση;

«Το ποδόσφαιρο είναι ομαδικό άθλημα, δεν κερδίζει ούτε ο Μέσι, ούτε ο Λεβαντόφκσι. Εσείς θέλετε πάντα να φαίνεται ένας. Δεν είναι έτσι. Κερδίζουμε όλοι και χάνουμε όλοι. Εγώ δεν έχω δικαίωμα να κάνω περαιτέρω αναλύσεις. Αλλά κάποιες φορές λέμε “νικάει η ομάδα και χάνει… ο προπονητής».

Με εξαίρεση το πρωτάθλημα, οι υπόλοιποι στόχοι του Γιοβάνοβιτς πέτυχαν;

«Ναι βεβαίως και ελπίζουμε να συνεχίσει καλά και στο Conference League. Είμαι σίγουρος ότι θα νικήσει την Μακάμπι στο τελευταίο παιχνίδι του ομίλου. Παράλληλα περιμένουμε και το νέο γήπεδο, γιατί ήταν μεγάλη αποτυχία το ΟΑΚΑ. Ο Παναθηναϊκός επένδυσε αρκετά λεφτά αλλά ξαφνικά τα πράγματα σταμάτησαν. Αυτό δυσκολεύει την κατάσταση, μαζί με την αναμονή για το καινούργιο στάδιο, όταν αυτό γίνει. Με σύγχρονο γήπεδο ο Παναθηναϊκός θα έχει καλύτερη απόδοση, καλύτερα λεφτά και θα επιστρέψει στις παλιές του αποδόσεις. Εκεί μέσα μπορεί να κτίσει νέα ιστορία».

πηγή: PAOPANTOU.gr