Είναι πανεύκολο να ρίχνουμε στην «πυρά» την ομοσπονδία, τον Τιμούρ ή (σε μικρότερο βαθμό) τους ποδοσφαιριστές για την κατάσταση της Εθνικής, αλλά οι ομάδες στην περίπτωσή της επιλέγουν σκοπίμως το κρυφτούλι, κρύβοντας το δικό τους μερίδιο στην πίτα της ευθύνης.
Η αύξηση των ξένων από 15 σε 17 αποτέλεσε δική τους επιλογή, αποδεικνύοντας (οι πλείστες, τουλάχιστον) ότι δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για τον Κύπριο ποδοσφαιριστή. Η μόνη ομάδα που διαφώνησε τότε επισήμως ήταν η Ομόνοια. Καμία άλλη. Ο ανταγωνισμός στο πρωτάθλημα, τα πολλά χρήματα που υπάρχουν πλέον στο κυπριακό ποδόσφαιρο και η δυνατότητα μεταγραφών από ψηλότερο ράφι σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια από κάποιες ομάδες, έχουν βάλει σε δεύτερη και τρίτη μοίρα την Εθνική ομάδα.
Σε σωματειακό επίπεδο, στο σύνολό του δεν υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον για την αγωνιστική άνοδο του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος και για την εκπόνηση ενός πλάνου που θα βοηθήσει προς αυτόν τον σκοπό, παρά μόνο το πώς θα εξασφαλιστεί ο στόχος, είτε της Ευρώπης (δηλαδή των χρημάτων της) είτε της κατάκτησης ενός τίτλου. Η Εθνική όχι απλά δεν αποτελεί, έστω, μία εκ των προτεραιοτήτων, αλλά τον τελευταίο τροχό της αμάξης.
Με την ευθύνη, βεβαίως βεβαίως, και της ίδιας της ομοσπονδίας, που δεν έχει καταφέρει εδώ και αρκετά χρόνια να καταρτίσει ένα πλάνο που θα συμβάλει στην ανάπτυξη όλων των Εθνικών ομάδων. Η ευθύνη είναι συλλογική, μα ουδείς αναλαμβάνει το δικό του κομμάτι και γι’ αυτό φτάσαμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα.

Ανδρέας Βεντούρης