Ναι, η Τσέλσι δεν είναι καλά. Ναι, τα αποτελέσματά της, μας θυμίζουν και πάλι την περσινή της εικόνα. Ναι, έχει κερδίσει μόνο τη Λούτον. Έχει σκεφτεί όμως κανένας ποιο είναι το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Μαουρίτσιο Ποτσετίνο; Ναι, έχει παίκτες. Αλλά οι… μισοί βρίσκονται στα «πιτς», όντες τραυματίες. Ο Μόισες Καϊσέδο αποτελεί τον 12ο παίκτη των «μπλε» που δεν είναι διαθέσιμος, γεγονός που αναδεικνύει μία… αγύμναστη ομάδα, που μόλις πιέστηκε από τον νέο προπονητή της, δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει. Είναι εφικτή η βελτίωση της Τσέλσι, υπό αυτή τη συνθήκη;
Και αν αρκετοί θεωρούσαν πως οι «κόκκινοι διάβολοι» θα χρειαστούν χρόνο για να ενσωματώσουν τους νέους ποδοσφαιριστές στην υπάρχουσα «μαγιά» του Έρικ Τεν Χαγκ, τότε τι να πει κανείς για τον Μαουρίτσιο Ποτσετίνο.
Διότι ναι μεν η αξία του είναι δεδομένα, ναι μεν άπαντες θυμόμαστε τι είχε καταφέρει με την Τότεναμ και πως έμαθε να δουλεύει με περιορισμένα οικονομικά δεδομένα δίπλα στον Ντάνιελ Λίβι, αλλά στην Τσέλσι η ιστορία είναι διαφορετική.
Έχει δίπλα του τον Τοντ Μποέλι. Έναν άνθρωπο που έχει αποδείξει σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα πως έχει τη διάθεση να ξοδέψει πολύ. Ας μην μπούμε στη διαδικασία να μετρήσουμε μεταγραφές και εκατομμύρια. Αν αναλογιστεί κανείς πως αποφάσισε να ξοδέψει 115 εκατομμύρια, προκειμένου να ξεπεράσει την προσφορά της Λίβερπουλ για τον Μόισες Καϊσέδο, αντιλαμβάνεται πλήρως τη λογική του.
Θέλει τους καλύτερους, γνωρίζει πως είναι ακριβοί, αλλά είναι διατεθειμένος να ξοδέψει. Άμεση συνέπεια είναι το γεγονός πως η επιμονή του εξαντλείται γρήγορα. Δεν θα δώσει εύκολα χρόνο σε κάποιον και ο Γκρέιαμ Πότερ το συνειδητοποίησε πέρυσι με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Ναι, ο Ποτσετίνο αποτελεί μία διαφορετική υπόθεση, αλλά όταν η Τσέλσι ξεκινά με μία νίκη στα πέντε πρώτα παιχνίδια της και μόλις πέντε γκολ υπέρ της, σε επίδοση που την γυρνά στο… 1995, τότε αντιλαμβάνεται κανείς πως κάτι πηγαίνει πολύ λάθος.
Άλλοι θα πουν για το γεγονός πως δέχεται γκολ με αρκετά μεγάλη ευκολία. Ναι, βλέπει την εστία της να παραβιάζεται μία φορά ανά παιχνίδι. Πέντε ενενηντάλεπτα, πέντε γκολ σε βάρος της. Άλλοι θα μιλήσουν για την επιθετική της δυστοκία. Άλλοι θα συγκρίνουν το ένα γκολ του Τζάκσον, έναντι με το ένα του Ρομέλου Λουκάκου στη Ρόμα, σε ιδιαίτερα λιγότερο χρόνο συμμετοχής. Άλλοι θα δουν τη μεγάλη εικόνα και το προφανές. Χωρίς γκολ για δύο ματς, ένα τρίποντο απέναντι στη Λούτον, «βαριά» ήττα από τη Γουέστ Χαμ των «10» παικτών και μόλις ένα καλό ημίχρονο, το δεύτερο, κόντρα στη Λίβερπουλ, που όμως δεν ήταν αρκετό.
Θέλω να πάω τη συζήτηση ένα βήμα παρακάτω. Έχει συνειδητοποιήσει κανείς πόσους τραυματισμούς έχει κληθεί να διαχειριστεί από την άφιξή του και έπειτα, ο Μαουρίτσιο Ποτσετίνο στην ομάδα; Είναι… αδιανόητο. Συζητάμε… σχεδόν για μία ολόκληρη ενδεκάδα.
Ο Τσουκουεμέκα είναι εκτός, ο Ρις Τζέιμς που έγινε αρχηγός του club επίσης, ο Ενκουνκού από τις πρώτες του ημέρες στο Λονδίνο, ο Φοφανά που αγοράστηκε πέρυσι από τη Λέστερ, ο Μπαντιασίλ με τον Τσαλόμπα, που θα μπορούσαν να έχουν ακόμη και θέση βασικού.
Ο Αρμάντο Μπρόγια έχει… λησμονηθεί αλλά είναι στα «πιτς» της Τσέλσι, ο Μπετινέλι το ίδιο, ο Μαντουέκε αισίως χτύπησε και ο Μόισες Καϊσέδο βρέθηκε εκτός αποστολής στη «λευκή» ισοπαλία με την Μπόρνμουθ. Προσθέστε σε όλους αυτούς και τον Μαρκ Κουκουρέγια, που δεν υπολογίζεται στις τελευταίες αναμετρήσεις και τον Ρομέο Λάβια που προτίμησε την Τσέλσι έναντι της Λίβερπουλ, και φτάσαμε στους 12 παίκτες!
Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο αριθμός και αποδεικνύει ένα πολύ βασικό πράγμα. Πως η προετοιμασία το καλοκαίρι ήταν πολύ έντονη και πως οι παίκτες της Τσέλσι δεν είναι έτοιμοι να βγάλουν ένα τόσο απαιτητικό πρόγραμμα, με συνέπεια να τίθενται εκτός διάθεσης του προπονητή τους με ζητήματα τραυματισμών.
Τα προβλήματα βγαίνουν όλα μαζεμένα και καθιστούν πολύ δυσκολότερο το έργο του Μαουρίτσιο Ποτσετίνο, που ναι μεν έχει πολλές επιλογές, μην μπορώντας να κατηγορήσει τη διοίκηση, αλλά από την άλλη, οι μισοί που αφίχθησαν στο «Στάμφορντ Μπριτζ», δεν είναι καν… διαθέσιμοι. Και με δεδομένο ότι ο χρόνος «τρέχει» και ο Ποτσετίνο ήρθε για να βελτιώσει την κατάσταση που παρέλαβε, πόσο θα καταφέρει να αντέξει με τις υπάρχουσες συνθήκες;