Λίγο μετά από το Game 1 των ΝΒΑ Finals και την ήττα από τους Φίνιξ Σανς, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο μίλησε για το παιχνίδι και μεταξύ άλλων ρωτήθηκε για την συνεισφορά του άλλοτε NBAer και επί πολλά έτη μέλος των Μιλγουόκι Μπακς, Βιν Μπέικερ. «Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτός ο άνθρωπος για τον οργανισμό των Μπακς, αλλά ξέρω τι σημαίνει για εμένα. Είναι σπουδαίος φίλος, περνάμε πολύ χρόνο μαζί και στην Ελλάδα. Μου μαθαίνει τα κόλπα του. Αλλά πάνω από όλα είναι υπέροχος άνθρωπος. Είμαι μαζί του τέσσερα χρόνια και το απολαμβάνω». Ο Greek Freak έσταξε… μέλι για το μέλος του τεχνικού team των «ελαφιών», εκθειάζοντας την προσωπικότητά του, που δεν «φτιάχτηκε» από τη μια μέρα στην άλλη.
Μπορεί το 1993 να μπήκε στον «μαγικό κόσμο» γεμάτος όνειρα, φιλοδοξίες αλλά και πλούσια χαρακτηριστικά, ικανά να τον καθιερώσουν στο κορυφαίο επίπεδο, όμως τα πράγματα, αν και ξεκίνησαν έτσι, δεν είχαν το τέλος που όλοι θα περίμεναν. Αν και είχε εξαιρετικά νούμερα μέχρι το 1997 (19π., 10 ριμπ., 4 ασιστ), ήταν άτυχος αφού η συγκεκριμένη περίοδος για το Μιλγουόκι ήταν από τις χειρότερες στην ιστορία τους, μιας και δεν μπορούσαν να σηκώσουν κεφάλι με τίποτα, την ώρα που είσοδος στα playoffs έμοιαζε άπιαστο στόχο.
Η σεζόν 1997-1998 τον βρήκε στο Σιάτλ, όπου έκατσε μέχρι το 2002. Οι απαιτήσεις ήταν μεγάλες και ο Μπέικερ άρχισε να παρουσιάζει προβλήματα σε όλους τους τομείς, με αποτέλεσμα να νούμερά του να αρχίσουν την κατρακύλα. Τότε ιδιοκτήτης των Σούπερσονικς ήταν Χόουαρντ Σουλτζ, CEO των Starbucks, ο οποίος τον εκτιμούσε σαν άνθρωπο και τον είχε βάλει μέσα στην καρδιά του, αφού η καλή ψυχή του και η ποιότητά του σαν άνθρωπος ξεχώριζαν. Η συγκεκριμένη «σχέση» ανάμεσα στους δύο άντρες, ήταν αυτή που στα επόμενα χρόνια, κράτησε τον πρωταγωνιστή μας στα πόδια του.
Ο Βιν μετακόμισε στους Μπόστον Σέλτικς που σίγουρα για την εποχή δεν ήταν ελκυστικός προορισμός και τα θέματά του μεγάλωναν διαρκώς. Το σώμα του άρχισε να αλλάζει και το μπασκετικό σουλούπι τον αποχαιρέτησε, για να το αντικαταστήσουν κιλά που έκαναν την παρουσία του στα παρκέ αρκετά δύσκολη. Η κατάστησε άρχισε να ξεφεύγει και ο έμπειρος φόργουορντ/σέντερ, βυθίστηκε στους… δαίμονές του, παρέα με έναν από τους χειρότερους φίλους που μπορεί να βρει κάποιος, το αλκοόλ. Στη Βοστόνη τον πήραν χαμπάρι και τον απομάκρυναν με συνοπτικές διαδικασίες. Πριν κλείσει την καριέρα του στα 34, πρόλαβε να περάσει επίσης από Νικς, Κλίπερς, Ρόκετς και Τίμπεργουλβς, με την ελπίδα ενός νέου ξεκινήματος, αλλά τίποτα.
Από εκεί λοιπόν που σαν θηρίο τρομοκρατούσε τις αντίπαλες άμυνες, βρέθηκε εγκλωβισμένος στο ποτό, με την περιουσία των 100 εκατομμυρίων δολαρίων που είχε αποκτήσει με τον ιδρώτα του, να γίνεται καπνός από την μια στιγμή στην άλλη. Έφτασε σε σημείο να θέσει προς πώληση τον χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο του 2000 με τις ΗΠΑ! «Το θέμα με τις αναποδιές στην ζωή, είναι να αντιληφθείς, ότι όντως μπορούνε να συμβούν», είπε ο Μπέικερ και ξεκίνησε να βρει το φως. Η αρχή ήρθε λοιπόν από τον παλιόφιλο Σούλτζ ως υπεύθυνος σε ένα από τα αμέτρητα cafe του (!), μιας και με τέσσερα παιδιά αντιμετώπιζε θέμα ακόμα και για τα προς το ζην. Ο ίδιος ποτέ δεν γκρίνιαξε για την αλλαγή καριέρας, αλλά αντιθέτως το εξέλαβε ως μια νέα πρόκληση για ζωή.
Όντας τέσσερα χρόνια «καθαρός», ανέλαβε τη διεύθυνση της αθλητικής κατασκήνωσης Γκρέιλοκ και μπόρεσε να ξανασχοληθεί με αυτό που αγαπά, μεταλαμπαδεύοντας τη γνώση αλλά και τα βιώματά του στα νέα παιδιά. Βέβαια αυτό δεν κράτησε για πολύ, αφού η πρώτη του… αγάπη, οι Μιλγούοκι Μπακς του προσέφεραν μια θέση στο τεχνικό team τους, για να γραφτεί ένας όμορφος επίλογος σε αυτή τη δύσκολη περιπέτεια, που όπως αποδείχτηκε, έστω και με πολλές αναποδιές, είχε αίσιο τέλος, κυρίως λόγο της γαλήνης που επικράτησε στην ψυχή του.
To 2017, έγραψε και την αυτοβιογραφία του με τίτλο «God and Starbucks: An NBA Superstar’s Journey Through Addiction and Recovery». Φυσικά έγινε ανάρπαστη, αφού το περιεχόμενο άγγιξε χιλιάδες αναγνώστες που όχι μόνο τον γνώριζαν ως NBAer, αλλά ταυτίστηκαν μαζί του λόγω των όσων πέρασε. Μέσα από αυτό, θέλησε να δώσει κίνητρο σε ανθρώπους που μοιάζουν να μην έχουν ελπίδα.