Τα παιδιά του κιμπούτς Μπεέρι, στο οποίο εξαπέλυσε επίθεση η Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, πήραν ξανά τον δρόμο για το σχολείο. Όμως δεν υπάρχει τίποτα το «φυσιολογικό» σε αυτήν την επιστροφή στις τάξεις των μαθητών που έθαψαν τους δικούς τους ανθρώπους.

«Στην τάξη μου ήμασταν 17 μαθητές. Τώρα είμαστε 15, δύο σκοτώθηκαν», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο 15χρονος Λόταν Ρον. Στη μεγαλύτερη τάξη, είναι μόνο δέκα: τρεις μαθητές κρατούνται όμηροι, δύο σκοτώθηκαν.

Το κιμπούτς Μπεέρι, με τους 1.200 κατοίκους, απέχει λιγότερο από πέντε χιλιόμετρα από τα σύνορα με τη Λωρίδα της Γάζας. Τουλάχιστον 85 άνθρωποι σκοτώθηκαν εκεί και άλλοι 30 απήχθησαν. Οι επιζώντες απομακρύνθηκαν από τα σπίτια τους, όπως και όλοι οι κάτοικοι των κοινοτήτων που δέχτηκαν επίθεση. Εκείνοι του Μπεέρι ζουν εδώ και έναν μήνα σε ξενοδοχεία στις όχθες της Νεκράς Θάλασσας, σε απόσταση 100 χιλιομέτρων από τις γειτονιές τους.

Στις 8 Νοεμβρίου οι μαθητές άρχισαν σταδιακά να επιστρέφουν στο σχολείο, σε προκατασκευασμένες αίθουσες που μετατράπηκαν σε τάξεις, κοντά στις προσωρινές κατοικίες τους. Στην αυτοσχέδια αυλή οι νεαροί κάνουν μια βόλτα, άλλοι μιλούν στα κινητά τους.

«Δεν είναι ένα κανονικό σχολείο. Ακόμη και οι καθηγητές φέρουν βαθιά ψυχολογικά τραύματα. Οι καθηγητές, οι ψυχολόγοι, κανείς δεν είχε βιώσει κάτι αντίστοιχο μέχρι τώρα και κανείς δεν ξέρει πραγματικά τι να κάνει με εμάς», είπε ο Λόταν Ρον.

Τα μαθήματα διαρκούν μόνο τρεις ώρες κάθε μέρα. Τα παιδιά διδάσκονται μαθηματικά, γλώσσα αλλά την περισσότερη ώρα κυρίως μλούν. «Προσπαθούμε να μάθουμε, όμως κανείς δεν καταφέρνει να συγκεντρωθεί», είπε ο Λόταν Ρον. Για τον 15χρονο, που είπε ότι αισθανόταν «ένα κενό», η πραγματική θεραπεία ήταν ότι ξαναβρέθηκε με τους φίλους του. Πέντε στενοί φίλοι του σκοτώθηκαν. «Στην κηδεία ενός φίλου αναρωτιόμουν γιατί δεν έβλεπα έναν άλλον από τους φίλους μου εκεί και τότε αντιλήφθηκα ότι είχε σκοτωθεί και εκείνος», αφηγήθηκε.

Ο 27χρονος Ναντάβ Κίπινς ζήτησε ο ίδιος να βοηθήσει τα παιδιά αυτού του ιδιαίτερου σχολείου. Οι γονείς του σκοτώθηκαν στην επίθεση, επτά μέλη της οικογένειάς του κρατούνται όμηροι. «Ορισμένα παιδιά έχασαν τα πάντα και αναρωτιούνται γιατί θα πρέπει να πάνε στο σχολείο. Τίποτα δεν έχει πια σημασία. Είναι δύσκολο να δώσεις νόημα σε οτιδήποτε», συνόψισε.

Υπό το βλέμμα της καθηγήτριάς τους, 12χρονοι μαθητές απαντούν στα γράμματα που τους έστειλαν κάτοικοι της Νέας Υόρκης μετά τις 7 Οκτωβρίου. Πολλά παιδιά έχουν μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια, τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους είναι τραβηγμένα.

Για την Μίρι Γκαντ Μεσίκα, μια 45χρονη σύμβουλο μάρκετινγκ και μητέρα τριών παιδιών, ηλικίας 9, 14 και 15 ετών, η επιστροφή στο σχολείο αξίζει γιατί επανεντάσσει τα παιδιά σε «ένα είδος καθημερινού προγράμματος». Μέχρι τώρα «κάθονταν στο κρεβάτι, ή στο δωμάτιό τους, βαριούνταν και περίμεναν», είπε.

Στις 7 Οκτωβρίου η οικογένειά της γλίτωσε πηδώντας από τον δεύτερο όροφο του κτιρίου όπου διέμεναν, το οποίο πυρπολήθηκε από τη Χαμάς. Για τη μητέρα αυτή, δεν ήρθε ακόμη η ώρα να σκεφθεί το μέλλον των παιδιών της. «Η καλύτερη φίλη της κόρης μου δεν κηδεύτηκε γιατί ακόμη δεν έχει αναγνωριστεί. Επομένως, όχι, δεν έχω κάποιο σχέδιο προς το παρόν», είπε.

Το δημοτικό σχολείο επαναλειτουργεί επίσης, σε ένα χωριό λίγο μακρύτερα. Η 10χρονη Τομ Γκαζ, που λέει ότι δεν της αρέσει το σχολείο, αισθάνεται ωστόσο ότι της κάνει καλό: «Αν μείνουμε στο ξενοδοχείο χωρίς να κάνουμε τίποτα, δεν θα συνέλθουμε ποτέ», είπε. Το κορίτσι, που έμεινε κλεισμένη επί 20 ώρες στο «δωμάτιο πανικού» του σπιτιού της οικογένειας, λέει ότι εξακολουθεί να φοβάται. «Προσπαθώ να προετοιμαστώ για μια νέα επίθεση. Αν έρθουν οι τρομοκράτες, μήπως να πηδήξω από το παράθυρο;» αναρωτιέται.

Στο σχολείο, της αρέσει κυρίως το… διάλειμμα. «Προσπαθούμε να παίζουμε, να μη μιλάμε για αυτά που ζήσαμε επειδή για κάποια παιδιά, που έχασαν την οικογένειά τους, είναι πολύ δύσκολο», εξήγησε.