Η αίγλη του παρελθόντος δεν υπάρχει πια. Αυτό είναι το ένα δεδομένο για την Εθνική Ιταλίας. Το πάλαι ποτέ κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου πλέον δεν παράγει τα κορυφαία ποδοσφαιρικά «προϊόντα» της Γηραιάς Ηπείρου. Τους Μαλντίνι, τους Μπαρέζι, τους Μπάτζο, τους Ντελ Πιέρο, τους Τότι, τους Μπουφόν, τους Γκατούζο, τους Πίρλο, τους Νέστα και τους Καναβάρο αυτού του κόσμου: τους κορυφαίους στο είδους τους ανά θέση. Συγκρίνεις τα σύγχρονα ρόστερ με τα ρόστερ του παρελθόντος, συγκρίνεις τα αστέρια του σήμερα, τους προπονητές του σήμερα, με αυτούς των περασμένων δεκαετιών και λες «δεν μπορεί…». Ε, κι όμως, μπορεί!
Γιατί το δεύτερο δεδομένο είναι ότι η «σκουάντρα ατζούρα», αυτή η μπλε φανέλα, παραμένει μια από τις πιο βαριές στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Και οι ομάδες των Ιταλών, βρίσκουν πάντα τον τρόπο να αναγεννιούνται από τις στάχτες τους και να πρωταγωνιστούν. Ας μην πάμε πολύ μακριά. Μόλις τρία χρόνια πίσω, στις 11 Ιουλίου του 2021, η Ιταλία κατακτούσε το δεύτερο Euro της Ιστορίας της μετά από αυτό του 1968, ως αουτσάιντερ. Και στον τελικό με την Αγγλία και στον ημιτελικό με την Ισπανία, μέχρι και στον προημιτελικό με το Βέλγιο. Ωστόσο, οι άνθρωποι είναι… επαγγελματίες πρωταθλητές και αυτό επίσης το έχουν αποδείξει ανά τα χρόνια. Μιλάμε άλλωστε για μια ομάδα με 4 Μουντιάλ και 2 Ευρωπαϊκά και μια από τις πιο κλασικές σχολές ποδοσφαίρου στην Ιστορία του σπορ.
Στο Euro 2024, πάνε στη Γερμανία για να υπερασπιστούν τον τίτλο τους, έστω κι αν έχουν αλλάξει τόσο πολλά από τότε. Μετά το τρόπαιο στην Αγγλία, ακολούθησε η βαριά αποτυχία πρόκρισης στο τελευταίο Μουντιάλ και νομοτελειακά άλλαξαν, σχεδόν τα πάντα. Ο προπονητής, οι παίκτες, το στυλ παιχνιδιού. Μια ομάδα που τώρα κατεβαίνει χωρίς τους θρύλους Μπονούτσι και Κιελίνι, το τελευταίο κορυφαίο ιταλικό δίδυμο στόπερ. Παράλληλα όμως, που έχει μια… αρμάδα θρύλων στον πάγκο της: Τότι, Ντελ Πιέρο, Μπάτζο, Μπουφόν, είναι στο πλευρό του Λουτσιάνο Σπαλέτι και αυτοί που έχουν αναλάβει να μεταλαμπαδεύσουν τη νοοτροπία του νικητή στη νέα γενιά. Στις αλλαγές βεβαίως συγκαταλέγονται και αρκετοί παίκτες. Ιμόμπιλε, Λοκατέλι, Πολιτάνο και Βεράτι πλήρωσαν το μάρμαρο της ανανέωσης, ενώ τραυματίες είναι και οι Ατσέρμπι, Σκαλβίνι, Μπεράρντι, Τζανιόλο, Ουντότζε, χάνοντας το τουρνουά.
Ο Β’ όμιλος στον οποίο συμμετέχει δεν είναι ακριβώς… παιδική χαρά, με Ισπανία, Κροατία και Αλβανία, με τους Ιταλούς να ρίχνονται από πολύ νωρίς στα δύσκολα και να καλούνται να βγάλουν αμέσως όσους λαγούς έχουν στο καπέλο τους. Αν πάλι υπάρχει μια ομάδα που έχει αποδείξει ότι μπορεί να τα καταφέρνει όταν δεν προκαλεί ούτε το δέος, ούτε τον φόβο, είναι η Ιταλία. Και για αυτό ακριβώς τον λόγο, έχει δικαιωματικά κατακτήσει και τον απόλυτο σεβασμό όλων.
Πώς έφτασε στα τελικά
Τα δύσκολα στη νέα εποχή της Ιταλίας συνεχίστηκαν και μετά τον αποκλεισμό από το προηγούμενο Μουντιάλ, αφού προκρίθηκε μάλλον οριακά στην τελική φάση. Συμμετείχε στον Γ’ όμιλο μαζί με Αγγλία, Ουκρανία, Βόρεια Μακεδονία και Μάλτα και χρειάστηκε να φτάσει στην τελευταία αγωνιστική για να προκριθεί ως δεύτερη, χάρη σε ένα 0-0 με την 3η Ουκρανία στην ισοβαθμία (την είχε νικήσει 2-1 εντός). Σε 8 ματς έκανε 4 νίκες, 2 ισοπαλίες και 2 ήττες με γκολ 16-9. Δηλαδή αρκετά περισσότερα γκολ απ’ ότι είχε συνηθίσει να δέχεται σε προκριματικές διαδικασίες. Γενικά παρουσίασε μια προβληματική αμυντική εικόνα, επίσης κάτι ασυνήθιστο, ωστόσο όχι παράλογο, αφού μετά την αποχώρηση του επί μια πενταετία ομοσπονδιακού προπονητή, Ρομπέρτο Μαντσίνι, μόλις 10 μήνες πριν την έναρξη του τουρνουά στη Γερμανία, η έλευση του Λουτσιάνο Σπαλέτι, έφερε νέα αγωνιστικά… ήθη και έθιμα.
Ο προπονητής
Ο δύσκολος… κλήρος της νέας εποχής της «σκουάντρα ατζούρα» έπεσε στον σπουδαίο Λουτσιάνο Σπαλέτι, ο οποίος -βολικά γαρ- ήταν διαθέσιμος και έτσι στις 1/8/2023 έγινε ο νέος Ομοσπονδιακός τεχνικός για τα επόμενα 3 χρόνια. Ο 65χρονος αλενατόρε, με την μεγάλη καριέρα τριών δεκαετιών στο ιταλικό -και όχι μόνο- ποδόσφαιρο, ουσιαστικά «παρουσιάστηκε» στο κοινό με τη σπουδαία Ουντινέζε που έφτιαξε το 2001, ενώ ακολούθησαν επιτυχημένες θητείες -και κυρίως με εξαιρετικό ποδόσφαιρο- σε Ρόμα, Ζενίτ, Ίντερ και Νάπολι. Με την τελευταία βεβαίως, κατέκτησε και το πολυπόθητο πρωτάθλημα Ιταλίας τη σεζόν 2022-23, σπάζοντας και αρκετά ιστορικά ρεκόρ στο δρόμο προς αυτό. Στην Εθνική χρησιμοποίησε κυρίως σχήματα 3-4-2-1 και 4-3-3, όπως και ο προκάτοχός του Ρομπέρτο Μαντσίνι, ενώ ήταν και ο πρώτος σύγχρονος προπονητής που έπαιξε το… παράδοξο σχήμα 4-6-0, δηλαδή χωρίς κλασικό επιθετικό, αλλά έχοντας σε ρόλο false-9 τον σπουδαίο σε αυτόν, Φραντσέσκο Τότι.
Ωστόσο, για τον ίδιο τον Σπαλέτι όλα αυτά ελάχιστη σημασία έχουν αφού είναι θιασώτης της λογικής ότι δεν υπάρχουν «συστήματα», παρά μόνο φιλοσοφία συνόλου και στρατηγική. Το έχει δηλώσει καθαρά άλλωστε: «τα συστήματα δεν υπάρχουν πια στο ποδόσφαιρο, όλα είναι θέμα χώρου και το να εκμεταλλεύεσαι κάθε κενό διάστημα που αφήνει ο αντίπαλος». Οι ομάδες του προσπαθούν να παίξουν ποδόσφαιρο και όχι να καταστρέψουν αυτό του αντιπάλου, κάτι που έρχεται βέβαια σε… ιστορική ρήξη με την ιταλική σχολή. Όπως και να ‘χει, όπως ακριβώς έκανε και στη Νάπολι, μια πιθανή επιτυχία με την Εθνική, θα… πείσει τους συμπατριώτες του για όλες τις αλλαγές!
Τα αστέρια
Σε ένα νέο, αλλαγμένο και ανανεωμένο ρόστερ, απομένει να φανεί μια σειρά δύσκολων αγώνων να φανεί και το κατά πόσο είναι… βελτιωμένο! Πέρα από αυτό πάντως, φυσικά και υπάρχουν σπουδαία σημεία αναφοράς στην ιταλική ομάδα. Ο αρχηγός της δεν είναι άλλος από τον τρομερό Τζίτζι Ντοναρούμα, αφού άλλωστε δεν υπάρχει σπουδαία Ιταλία, χωρίς σπουδαίο τερματοφύλακα. Ο πορτιέρε της Παρί, στα 25 του, είναι η εγγύηση που χρειάζεται η «σκουάντρα ατζούρα» κάτω από τα δοκάρια της.
Μετά από τον Ντοναρούμα, φυσικά στην ιταλική ομάδα δεσπόζει η φιγούρα του Νικολό Μπαρέλα. Στα 27 του, στην καλύτερη ηλικία της καριέρας του, η χαφάρα της Ίντερ είναι φυσικά ένας από τους μέσους-σημεία αναφοράς στο σύγχρονο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Ξέρει μπάλα, τρέχει, δημιουργεί, κόβει, ράβει και φυσικά είναι ο ακρογωνιαίος λίθος των επιτυχιών των «νερατζούρι», όπου αγωνίζεται από το 2019. Έχει ήδη κατακτήσει ένα Euro και 7 τρόπαια στην Ιταλία, ενώ με την Εθνική μετράει 53 συμμετοχές και 9 γκολ, όντας πάντα βασικός και μάλλον αναντικατάστατος.
Βασικός στόχος / εκτίμηση πορείας
Άσχετα με το τι έχει συμβεί νωρίτερα, ούσα πια στα τελικά μεγάλης διοργάνωσης, ο στόχος της Ιταλίας δεν μπορεί να είναι ποτέ τίποτα πέρα από το τρόπαιο και ειδικά όταν πηγαίνει σε αυτή υπερασπιζόμενη τα σκήπτρα της. Το αν θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες θα το ξέρουμε νωρίς, αφού ο όμιλος-φωτιά με Ισπανία, Κροατία και Αλβανία σίγουρα θα… βγάλει ένα από τα φαβορί. Όπως προαναφέρθηκε, η συγκεκριμένη Ιταλία δεν γεμίζει ακριβώς το μάτι σε καθαρά ποδοσφαιρικό επίπεδο, όμως κανείς δεν πρόκειται να κάνει το λάθος και να την υποτιμήσει. Αν καταφέρει και πετύχει ένα ακόμη θαύμα, θα γίνει μόλις η δεύτερη ομάδα με διαδοχικά τρόπαια, μετά την Ισπανία (2008, 2012).
Η αποστολή
Τερματοφύλακες: Τζιανλουίτζι Ντοναρούμα (Παρί Σεν Ζερμέν), Άλεξ Μερέτ (Νάπολι), Γκουλιέλμο Βικάριο (Τότεναμ).
Αμυντικοί: Αλεσάντρο Μπαστόνι (Ίντερ), Ραούλ Μπελανόβα (Τορίνο), Αλεσάντρο Μπουοντζόρνο (Τορίνο), Ρικάρντο Καλαφιόρι (Μπολόνια), Αντρέα Καμπιάσο (Γιουβέντους), Ματέο Νταρμιάν (Ίντερ), Τζιοβάνι Ντι Λορέντζο (Νάπολι), Φεντερίκο Ντιμάρκο (Ίντερ), Φεντερίκο Γκάτι (Γιουβέντους), Τζιανλούκα Μαντσίνι (Ρόμα).
Μέσοι: Νικολό Μπαρέλα (Ίντερ), Μπρίαν Κριστάντε (Ρόμα), Νικολό Φατζιόλι (Γιουβέντους), Μίκαελ Φολορούνσο (Βερόνα), Ντάβιντε Φρατέζι (Ίντερ), Ζορζίνιο (Άρσεναλ), Λορέντζο Πελεγκρίνι (Ρόμα).
Επιθετικοί: Φεντερίκο Κιέζα (Γιουβέντους), Στεφάν Ελ Σαράουι (Ρόμα), Τζιάκομo Ρασπαντόρι (Νάπολι), Ματέο Ρετεγκί (Τζένοα), Τζιανλούκα Σκαμάκα (Αταλάντα), Ματία Τζακάνι (Λάτσιο). Μίκαελ Φολορούνσο (Βερόνα)