Οι ισχυρισμοί, που διατυπώθηκαν από βοηθό σκηνογράφου και βοηθό σκηνοθέτη, περιλαμβάνουν πολλαπλά περιστατικά ακατάλληλου αγγίγματος, τόσο στο πλατό όσο και δημόσια, ενώ ο 76χρονος Ντεπαρντιέ αρνείται όλες τις κατηγορίες. Η ετυμηγορία δόθηκε από επιτροπή δικαστών και όχι από ενόρκους, όπως συνηθίζεται στη Γαλλία.

Οι δικηγόροι των εναγόντων περιέγραψαν τον Ντεπαρντιέ ως «μισογύνη» και «σεξουαλικό αρπακτικό», ενώ η υπεράσπιση ζήτησε την αθώωση του, υποστηρίζοντας ότι τα κίνητρα της μήνυσης πηγάζουν στον ακτιβισμό.

Οι διαδικασίες έχουν πυροδοτήσει δημόσιο διάλογο σχετικά με την «κουλτούρα της ατιμωρησίας» στον γαλλικό κινηματογράφο και την απροθυμία του νομικού συστήματος να λογοδοτήσει σε ισχυρούς άνδρες.

Εκτός από τις τρέχουσες κατηγορίες, ο Ντεπαρντιέ αντιμετωπίζει έρευνα για τον φερόμενο βιασμό και σεξουαλική επίθεση σε βάρος μιας νεαρής ηθοποιού το 2018. Η υπόθεση αυτή, η οποία αρχικά είχε αποσυρθεί το 2019, άνοιξε ξανά το 2020.

Η δίκη ανέδειξε ένα χάσμα γενεών στη Γαλλία, με προσωπικότητες, όπως η ηθοποιός Μπριζίτ Μπαρντό, να υπερασπίζονται δημόσια τον Ντεπαρντιέ και να υποβαθμίζουν τη σοβαρότητα των ισχυρισμών ενώ οι υποστηρικτές των δικαιωμάτων των γυναικών θεωρούν την υπόθεση ως μια σημαντική στιγμή στην καταπολέμηση της σεξουαλικής βίας στη γαλλική κινηματογραφική βιομηχανία.