Παραφράζοντας την υπερκάλτ ταινία δράσης με πρωταγωνιστή τον Τσακ Νόρις «ένας αλλά λύκος», το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει τον δικό του «Λύκο» που κάνει αξιοζήλευτη καριέρα στα ιταλικά γήπεδα, αρχικά με τη φανέλα της Κάλιαρι και τα τελευταία χρόνια με την Μπολόνια.
Γεννημένος στον Πειραιά, ο Μπάμπης Λυκογιάννης έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στις Ακαδημίες του Ολυμπιακού, καταγράφοντας δέκα συμμετοχές με την πρώτη ομάδα. Το καλοκαίρι του 2015 πήρε μεταγραφή για την αυστριακή Στουρμ Γκρατς, όπου παρέμεινε για δυόμισι σεζόν. Τον Ιανουάριο του 2018 μετακόμισε στην Ιταλία για λογαριασμό της Κάλιαρι, με την οποία αγωνίστηκε σε 109 αναμετρήσεις σε όλες τις διοργανώσεις.

Ο 31χρονος αριστερός μπακ, ο οποίος συνέβαλε στην κατάκτηση του τρίτου Κυπέλλου στην ιστορία της Μπολόνια (μετά τα τρόπαια του 1970 και 1974), αριθμεί μέχρι σήμερα 73 συμμετοχές με τον σύλλογο σε όλες τις διοργανώσεις, έχοντας πετύχει τέσσερα γκολ και μοιράσει οκτώ ασίστ. Τη φετινή αγωνιστική περίοδο έχει καταγράψει 24 συμμετοχές, επτά ασίστ και πέντε εμφανίσεις στο Champions League – οι τέσσερις ως βασικός – ξεχωρίζοντας στην αναμέτρηση με τη Λιλ, όπου έδωσε την ασίστ στο γκολ του Λουκουμί στην εντός έδρας ήττα με 2-1.
Αυτός ήταν ο πέμπτος τίτλος της καριέρας του Έλληνα άσου, που έχει κατακτήσει επίσης δύο Πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Ελλάδας και ένα Κύπελλο Αυστρίας. Παράλληλα, έχει φορέσει έξι φορές τη φανέλα της Εθνικής, έχοντας προηγουμένως αγωνιστεί σε όλα τα ηλικιακά επίπεδα των εθνικών ομάδων.
Ο έμπειρος μπακ μίλησε αποκλειστικά στο SDNA, καλύπτοντας όλα τα κεφάλαια της πλούσιας καριέρας του, ενώ αναφέρθηκε και στα δημοσιεύματα που τον θέλουν να επιστρέφει στην Ελλάδα.

– Μπάμπη, η Μπολόνια έπειτα από μισό αιώνα κατέκτησε το Κύπελλο Ιταλίας. Τι είναι αυτό που έχει αλλάξει στην ομάδα τα τελευταία χρόνια και εκτοξεύθηκε;
«Με την κατάκτηση του Κυπέλλου έπειτα από 51 χρόνια έχουμε γράψει ιστορία. Είναι μεγάλη στιγμή για τον σύλλογο και την πόλη, για τον κόσμο, τους ποδοσφαιριστές. Προσωπικά από τότε που αποκλείσαμε την Αταλάντα είχα στο μυαλό μου την κατάκτηση του Κυπέλλου. Θυμάμαι τον αδερφό μου που ήταν πιο αισιόδοξος να μου λέει από πέρυσι πως θα σηκώσουμε το τρόπαιο. Ήρθαν 30.000 οπαδοί από την Μπολόνια να μας υποστηρίξουν, κάτι που δεν ήταν εύκολο.
Έβλεπα παιδιά να κλαίνε στο γήπεδο. Στο λέω και ανατριχιάζω. Ζούσαν όλοι για να δουν την ομάδα να κατακτά το Κύπελλο Ιταλίας. Όταν ήρθε το περασμένο καλοκαίρι ο κόουτς Ιταλιάνο, άλλαξε πολλά πράγματα. Στην αρχή δεν καταλαβαίναμε τι ζητάει, αλλά μέρα με την μέρα αφομοιώσαμε τη φιλοσοφία του και από τότε ξεκινήσαμε να κάνουμε τρομερές εμφανίσεις κάτι που φάνηκε στο πρωτάθλημα, αλλά και στο Κύπελλο Ιταλίας. Είναι ένας προπονητής που ζει για το ποδόσφαιρο. Είναι μέχρι στιγμής ο καλύτερος προπονητής που έχω στην καριέρα μου. Είναι σαν πατέρας μας. Μπορεί να κάνεις ένα λάθος και να το θυμάται μετά από 10-15 χρόνια. Θα σου πει πως θα μπορούσες να κάνεις για παράδειγμα καλύτερα μια πάσα. Έχει φοβερή ενέργεια για το ποδόσφαιρο και το μεταδίδει στους παίκτες».
– Μιλάμε για έναν προπονητή συνεχόμενων τελικών με την Φιορεντίνα που όμως έχανε το τρόπαιο στις λεπτομέρειες…
«Είναι προπονητής για μεγάλα πράγματα και άνθρωπος των τελικών. Οδήγησε την Φιορεντίνα σε τρεις τελικούς αν και δεν κατάφερε να κερδίσει το τρόπαιο, όμως από την πρώτη μέρα που ήρθε στην Μπολόνια έδειξε πως ήθελε να πετύχει έχοντας μεγάλη όρεξη για δουλειά κάτι που μας το πέρασε. Έχει μυαλό νικητή. Δεν είναι εύκολο να χάνεις τρεις τελικούς και να έρχεσαι σε μια ομάδα και μετά από 51 χρόνια να την οδηγεί στο Κύπελλο Ιταλίας».

– Σε είδαμε να το χαίρεσαι ιδιαίτερα αυτό το Κύπελλο…
«Το απόλαυσα ιδιαίτερα γιατί το πίστευα από την πρώτη μέρα. Είχα τυπώσει ένα Κύπελλο στο ντουλαπάκι των αποδυτηρίων και ένα στο δωμάτιο μου γιατί το είχα θέσει ως στόχο. Είναι ιδιαίτερη στιγμή να τα καταφέρνουμε μετά από τόσα χρόνια. Τη βραδιά μετά την λήξη του τελικού δεν είχαμε καταλάβει ότι ήμασταν Κυπελλούχοι.
Κοιταζόμασταν μεταξύ μας και αναρωτιόμασταν αν το πήραμε. Έβλεπα συμπαίκτες μου να κλαίνε. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο, μια μεγάλη στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Είναι ότι καλύτερο μετά από τόσα χρόνια να βλέπεις έναν Έλληνα στην Ιταλία να κατακτά ένα τρόπαιο. Είναι μια μεγάλη στιγμή για μένα, αλλά και την Ελλάδα. Θεωρώ είναι μια μεγάλη διαφήμιση για το ελληνικό ποδόσφαιρο».
– Μέχρι στιγμής κάθε βήμα στην καριέρα σου είναι προσεκτικό και αποδεικνύεται πως βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση. Σε πάω μια δεκαετία πίσω όταν ξεκίνησες διεθνή καριέρα στη Στουρμ Γκρατς. Δύσκολο ξεκίνημα;
«Η Στουρμ Γκρατς ήταν το καλύτερο σκαλοπάτι στην καριέρα μου, γιατί στην αρχή δεν ήταν τίποτα εύκολο. Όταν πήγα στην Αυστρία δεν ήξερα την γλώσσα. Θυμάμαι είχα πάει καλοκαίρι και οι περισσότεροι συμπαίκτες μου μιλούσαν γερμανικά, ενώ εγώ γνωρίζω αγγλικά. Το πρώτο ματς που έπαιξα ήταν για το Europa League κόντρα στη Ρουμπίν Καζάν και σε εκείνο το παιχνίδι έπαθα θλάση.
Έμεινα εκτός για δύο μήνες. Αισθανόμουν μόνος τότε. Ήταν καλοκαίρι, είχα φύγει από την Ελλάδα που είχε 40 βαθμούς θερμοκρασία και βρισκόμουν τραυματίας σε ένα ξενοδοχείο, αφού δεν είχα σπίτι.
Αναρωτιόμουν αν μπορώ να το παλέψω. Θυμάμαι τηλεφώνησα στον αδελφό μου και του είπα πως σκεφτόμουν να επιστρέψω στην Ελλάδα. Μου απάντησε πως αν έρθω στο αεροδρόμιο θα με γυρίσει εκείνος πίσω στην Αυστρία.
Αυτή η κουβέντα του αδελφού μου, με έβαλε να σκεφτώ πολλά πράγματα τότε, γιατί είμαστε πολύ δεμένοι, αφού και εκείνος ήταν αθλητής. Έπαιζε μπάσκετ και καταλάβαινε τι ένιωθα. Από εκεί και έπειτα ήρθε η απογείωση. Με πίστεψαν πάρα πολύ στην ομάδα και στο τέλος της πρώτης σεζόν ήρθε και η πρόταση από την Σάλτσμπουργκ, αλλά η Στουρμ Γκρατς δεν με άφησε να φύγω.
Θα τους έχω για πάντα στην καρδιά μου γιατί ήταν εκείνοι που με βοήθησαν να κάνω το επόμενο βήμα στην καριέρα μου. Δεν πρέπει να ξεχνάς πως μεγάλωσες, όπου και αν φτάσεις. Αυτό προέρχεται από την οικογένεια σου και στο τι αρχές έχεις. Δεν ξέχασα ποτέ τα παιδιά που πηγαίναμε μαζί σχολείο και κάναμε παρέα. Το ότι ήμουν πάντα ταπεινός με έκανε να φτάσω σε αυτό το επίπεδο».

– Ένα ακόμη βήμα την κατάλληλη στιγμή ακολούθησε στην Κάλιαρι. Πόσο σε βοήθησε στο να καθιερωθείς στη Serie A φτάνοντας στο σημείο να καταγράψεις 160 συμμετοχές;
«Η Κάλιαρι ήταν μεγάλο σκαλοπάτι, αφού άνοιξε η πόρτα της ιταλικής αγοράς για μένα. Ήταν ένα σχολείο στη θέση που αγωνίζομαι. Από την πρώτη χρονιά προσπάθησα να μπω στο κλίμα της ομάδας αν και δεν ήταν εύκολο γιατί το επίπεδο ήταν διαφορετικό. Μιλάμε για πολύ υψηλό επίπεδο. Να φανταστείς ότι στους πρώτους μήνες είχα χάσει 4-5 κιλά. Τελείωνα την προπόνηση και από τις 8 κοιμόμουν.
Σε ότι αφορά την τακτική έμαθα πολλά πράγματα και συνεχίζω να μαθαίνω και στα 31 μου. Σε όποια ηλικία κι αν βρίσκεσαι δεν μπορείς να πεις πως δεν μαθαίνεις και άλλα πράγματα. Όσο παίζεις, μαθαίνεις κάθε μέρα. Πέρασα 4,5 πολύ ωραία χρόνια στην Κάλιαρι. Υπήρχαν βέβαια και κακές στιγμές, αφού στην τελευταία χρονιά μου η ομάδα υποβιβάστηκε στη Serie B. Έδειξα όμως τις ικανότητες μου, προσπάθησα να συνεισφέρω σε γκολ και ασίστ. Την σεζόν 2019/20 έκανα την καλύτερη χρονιά μου πετυχαίνοντας τέσσερα γκολ και δύο ασίστ».
– Έκανες ντεμπούτο στο Champions League υπό τις οδηγίες του Ζαρντίμ στον Ολυμπιακό, ενώ αγωνίστηκες ξανά με την Μπολόνια. Που το απόλαυσες περισσότερο;
«Είναι δύο διαφορετικές στιγμές. Ήταν μεγάλη στιγμή το ντεμπούτο μου με τον Ολυμπιακό σε ένα δύσκολο παιχνίδι κόντρα στη Μονπελιέ. Θυμάμαι έκανα ζέσταμα με τον Γιάννη Φετφατζίδη και ενώ κερδίζαμε 1-0 βλέπω τον Ζαρντίμ να κάνει ένα νεύμα. Πίστεψα απευθυνόταν στον Φετφατζίδη. Του λέω λοιπόν ‘Γιαννάκη εσένα φωνάζει ο κόουτς’. Όταν κατάλαβα ότι εννοούσε εμένα έκανα ένα απίστευτο σπριντ για να μπω στον αγωνιστικό χώρο.
Αναρωτιόμουν πάντα αν εγώ θα αγωνιζόμουν σε ένα παιχνίδι Champions League. Ήταν η καλύτερη μου μέρα την περίοδο εκείνη στον Ολυμπιακό. Θυμάμαι ο κ. Ζαρντίμ από την πρώτη μέρα μας είχε φωνάξει για να πάρουμε μέρος στην προετοιμασία. Έδειχνε πως με πίστευε πολύ και αυτό αποδείχθηκε σε εκείνο το παιχνίδι όπου με εμπιστεύθηκε.
Ήταν ένα ματς όπου μάλιστα κερδίσαμε 2-1. Ήταν μια όμορφη στιγμή που μου αρέσει να θυμάμαι. Μάλιστα έχω κρατήσει τη φανέλα εκείνου του αγώνα. Το ντεμπούτο μου με την Μπολόνια στο Champions League ήταν ασφαλώς κάτι διαφορετικό, αφού πραγματοποιήθηκε σε μεγαλύτερη ηλικία, υπό διαφορετικές συνθήκες. Στον Ολυμπιακό ήμουν πιτσιρικάς και δεν είχα πολύ χρόνο συμμετοχής. Ήταν το όνειρο μου μετά από μια φοβερή χρονιά με την Μπολόνια να αγωνιστώ ξανά στο Champions League».

– Περίμενες όταν μεταπήδησες στην Μπολόνια πως θα κατακτούσες κάποιο τρόπαιo;
«Να σου πω την αλήθεια δεν το πίστευα όταν πήγα στη Μπολόνια. Ήξερα πως θα φτάσουμε ψηλά, αλλά όχι σε αυτό το σημείο να παίξουμε στο Champions League».
– Κατέκτησες τίτλους με Ολυμπιακό, Στουρμ Γκρατς, αλλά με την Μπολόνια αυτό το τρόπαιο είναι κάτι ξεχωριστό για σένα;
«Χάρηκα περισσότερο το Κύπελλο με την Μπολόνια. Σίγουρα έχω χαρεί και τα υπόλοιπα, όπως και με τον Ολυμπιακό που ήμουν πιτσιρικάς, αφού έζησα με τον καλύτερο τρόπο την μετάβαση από τις ακαδημίες στην πρώτη ομάδα. Το να κερδίζει τίτλους ένας Έλληνας ποδοσφαιριστής είναι ότι καλύτερο, αλλά κρατάω αυτό το Κύπελλο με την Μπολόνια γιατί όλη αυτή η χρονιά μετουσιώθηκε σε κάτι πολύ καλό. Γράψαμε ιστορία κατακτώντας το Κύπελλο μετά από 51 χρόνια. Θα θυμάται όλος ο κόσμος αυτή τη μέρα. Θα έχουμε να το λέμε στα παιδιά μας».
– Είσαι πλέον από τους Έλληνες ποδοσφαιριστές με μακρά καριέρα στο εξωτερικό. Κλείνεις δεκαετία πλέον. Νιώθεις δικαιωμένος ή υπάρχει κόπωση όλα αυτά τα χρόνια μακριά από την Ελλάδα;
«Είναι πολλά χρόνια. Δεν θα έλεγα πως είναι κουραστικό όλο αυτό, γιατί έχω περάσει ωραία χρόνια στο εξωτερικό. Σίγουρα μου λείπει η Ελλάδα. Κάποιες φορές μιλώντας με την οικογένεια μου και τους φίλους μου με πιάνει αυτή η νοσταλγία, αλλά συνειδητοποιώ πως αυτή είναι η καριέρα μου και βρίσκομαι εδώ. Νιώθω όμως την Ιταλία σαν το δεύτερο μου σπίτι μετά την Ελλάδα. Είναι η χώρα που μου έδωσε τα πάντα».
– Θεωρείς πως πλησιάζει η μέρα που θα επαναπατριστείς;
«Να σου πω την αλήθεια από τότε που έφυγα στο εξωτερικό κάθε χρόνο ακούγεται κάποια ελληνική ομάδα να με θέλει. Κάποιες φορές ήταν ΑΕΚ, άλλες ο Ολυμπιακός, ακούστηκε ο Παναθηναϊκός και ο ΠΑΟΚ. Δεν ξέρω αν έχει έρθει αυτή η ώρα. Αυτό που σκέφτομαι είναι όσο μπορώ να μείνω στην Ιταλία αν και ποτέ δεν ξέρεις πως τα φέρνει η ζωή.
Μπορεί να γυρίσω, μπορεί και όχι. Δεν έχω όμως δεχθεί κάποια επίσημη πρόταση από ελληνική ομάδα. Μπορεί να υπάρχει ενδιαφέρον αλλά μέχρι εκεί. Τον Γενάρη η ΑΕΚ με ήθελε πάρα πολύ αλλά δεν προχώρησε».

– Το συμβόλαιο σου με την Μπολόνια εκπνέει σύντομα…
«Το συμβόλαιο μου με την Μπολόνια ολοκληρώνεται. Δεν ξέρω τι θα γίνει. Αυτά είναι θέματα που αναλαμβάνει ο μάνατζερ μου. Ήμουν συγκεντρωμένος στο να κλείσει η χρονιά με την ομάδα, στη συνέχεια υπάρχει χρόνος για να αποφασίσω για το μέλλον μου».
– Θεωρείς στον Ολυμπιακό όπου ξεκίνησες την καριέρα σου έχεις αφήσει μια μισοτελειωμένη δουλειά;
«Είναι όλα ανοικτά και για τον Ολυμπιακό. Δεν είμαι άνθρωπος που κλείνω την πόρτα σε κάποιον. Είμαι ανοικτός σε κάθε πρόταση. Θεωρώ πως θα ταίριαζα σε όλες τις μεγάλες ελληνικές ομάδες. Όταν έρθει η στιγμή να πάρω την απόφαση να γυρίσω σε κάποια ελληνική ομάδα δεν θα το κάνω σαν ένα τελειωμένος παίκτης, αλλά για να κάνω πρωταθλητισμό έχοντας δίψα για να κερδίσω ακόμα πολλούς τίτλους».
– Πιστεύεις πως πρέπει να επιστρέψεις στην Εθνική; Είναι το κατάλληλο τάιμιννγκ; Υπάρχει η άποψη πως ήρθε η δική σου ώρα, αλλά και του Ευθύμη Κουλούρη…
«Ανυπομονώ για μια κλήση στην Εθνική και θα ήταν μεγάλη μου χαρά να συμβεί αυτό. Δεν εξαρτάται όμως αυτό από μένα. Δεν μπορώ να κρίνω εάν είμαι κατάλληλος για την Εθνική. Αυτό που ξέρω είναι πως αγωνίζομαι εδώ και 10 χρόνια στο εξωτερικό, έχω καταγράψει όλες αυτές τις συμμετοχές, γνωρίζω ασφαλώς πως βρίσκονται και άλλα παιδιά στη θέση μου που παίζουν σε μεγάλα πρωταθλήματα και πρέπει να συνεχίσω να κάνω αυτό που αγαπάω και από εκεί και πέρα εάν έρθει αυτή η στιγμή θα ήταν μεγάλη μου χαρά.
Ο κ. Γιοβάνοβιτς από τότε που ανέλαβε την Εθνική κάνει τρομερή δουλειά. Η ομάδα έχει δείξει πράγματα που έλειπαν όλα αυτά τα χρόνια και ελπίζω να φτάσουμε πολύ μακριά. Σε ότι αφορά τον Ευθύμη Κουλούρη, τον παρακολουθώ και εγώ και ξέρω πως έχει εξελιχθεί στον μεγάλο ‘μπόμπερ’ του πολωνικού πρωταθλήματος, οπότε και εκείνος μετά από μια τέτοια χρονιά θα περίμενε να ‘εξαργυρώσει’ στην Εθνική όσα έχει πετύχει».

Ο Τζιοβάνι Σαρτόρι θεωρείται από τους κορυφαίους αθλητικούς διευθυντές στη Serie Α. Πόσο σημαντικός ήταν ο ρόλος του στη δική σου μεταγραφή;
«Ο κ. Σαρτόρι έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να έρθω στη Μπολόνια. Είναι ο καλύτερος σκάουτ που υπάρχει, έχει φέρει τεράστια ταλέντα. Όταν μιλήσαμε μέσω βιντεοκλήσης μου έδειξε πόσο πολύ με ήθελε.
Εγώ από την πρώτη στιγμή αν και με ήθελαν και άλλες ομάδες, δεν το σκέφτηκα καν, απαντώντας καταφατικά στην Μπολόνια. Ο τύπος ήξερε τα πάντα για μένα. Είχε ρωτήσει προπονητές για τον χαρακτήρα μου και πως αγωνίζομαι.
Φάνηκε και η δουλειά του τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά και νωρίτερα με Κιέβο Βερόνα και Αταλάντα. Δεν χρειάζεται να το πω εγώ, έχουμε δει όλοι τι έχει κάνει. Υπάρχει και ο Ντι Βάιο εδώ, ο οποίος είναι η σημαία της Μπολόνια».