Υπέρ της απόφασης της Ιεράς Συνόδου για την καθαίρεση του Μητροπολίτη Πάφου Τυχικού τάχθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος, τονίζοντας πως δόθηκαν πολλές ευκαιρίες, αλλά εκείνος ενήργησε με δόλο. Ο Μακαριώτατος αποκάλυψε, επίσης, ότι υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη.

Σε δηλώσεις του στην κρατική τηλεόραση, ο Αρχιεπίσκοπος ανέφερε πως «ήταν πολλές οι ευκαιρίες που του δόθηκαν. Στις δύο τελευταίες τακτικές συνεδρίες της Ιεράς Συνόδου τέθηκαν εκ νέου τα ίδια προβλήματα και του ζητήθηκε να υπακούσει τόσο στις αποφάσεις όσο και στο Καταστατικό. Ενώ έλεγε πως θα συμμορφωθεί, επέστρεφε στις ίδιες πρακτικές. Εμφανίστηκαν νέες καταγγελίες και κατηγορίες μετά τις συνεδριάσεις».

Όπως σημείωσε, «σήμερα προσπάθησε με δόλο να συγκαλύψει τον ιερέα που χειροτόνησε, με επιστολές που φέρουν ετεροχρονισμένες ημερομηνίες. Η Ιερά Σύνοδος αξιολόγησε αυτά τα δεδομένα και έκρινε πως η κατάσταση δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Κατ’ ιδίαν τον είχαμε δικαιολογήσει πολλές φορές. Ίσως να είχε κάποιες αδυναμίες ή να παρασύρθηκε από τρίτους».

Ο Αρχιεπίσκοπος υπενθύμισε ότι σε συνεδρία της Συνόδου στις 3 Φεβρουαρίου, του έγινε παρατήρηση για την περίπτωση του ιερέα που χειροτόνησε και έστειλε στη Θεσσαλονίκη. «Μας έστειλε επιστολή,υποτίθεται γραμμένη στις 28 Ιανουαρίου, αλλά την απέστειλε με email στις 10 Φεβρουαρίου, επιχειρώντας να δείξει ότι είχε ήδη ενεργήσει πριν του επισημανθεί το πρόβλημα. Στη συνέχεια όμως φάνηκε ότι εξακολουθούσε να τον στηρίζει. Πρόκειται για σοβαρό ζήτημα, που απειλεί τις σχέσεις μας με άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Η αποτείχιση είναι ένας άκρως ζηλωτισμός και θεωρούν ότι κανένας από εμάς δεν είναι ορθόδοξος και έχουν την ακραιφνή πίστη.».

Αναφορικά με το γιατί παραμένει επίσκοπος, ο Αρχιεπίσκοπος εξήγησε πως «δείξαμε επιείκεια. Του δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία: να καταθέσει λίβελο πίστεως, να αποκηρύξει τους αποτειχισμένους και στη συνέχεια να τεθεί στην κρίση της Συνόδου. Αν αποδείξει την Ορθοδοξία του και τη μετάνοιά του, ίσως αξιοποιηθεί αλλού. Διαφορετικά, η Σύνοδος θα επανεξετάσει την υπόθεση».

Σχετικά με το γεγονός ότι η απόφαση της Συνόδου δεν ήταν ομόφωνη, σχολίασε ότι «ενδέχεται κάποιοι να είχαν σκοπιμότητες ή απλώς διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα. Όπως και να έχει, από τη στιγμή που η πλειοψηφία αποφάσισε, και οι διαφωνούντες δήλωσαν ότι θα υπακούσουν».

Για τις καταγγελίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ελληνικής Κυβέρνησης, τόνισε πως «αν δημιουργηθεί σχίσμα, σείονται τα θεμέλια ολόκληρης της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Δεν θα μπορούμε να σταθούμε πουθενά. Η καθημερινή κατηγορία κατά όσων ανήκουν σε άλλο δόγμα είναι απαράδεκτη ,ειδικά σε μια πολυπολιτισμική πόλη όπως η Πάφος. Δεν μειώνουμε την πίστη μας, ούτε τη μολύνουμε, αλλά πρέπει να μπορούμε να συνεργαστούμε με όλους».

Ο Αρχιεπίσκοπος επισήμανε πως η ίδια διαδικασία μπορεί να ακολουθηθεί και σε άλλες περιπτώσεις «αν υπάρξουν καταγγελίες, ακόμη και για μένα, η Ιερά Σύνοδος θα τις εξετάσει. Αυτό που έγινε σήμερα μπορεί να αποτελέσει μάθημα για όλους».

Για τα επόμενα βήματα, ανέφερε πως «το Καταστατικό προβλέπει ότι σε περίπτωση χηρείας Μητροπολιτικού θρόνου, τοποτηρητής ορίζεται ο Αρχιεπίσκοπος. Θα αναμένουμε τον λίβελο πίστεως, θα δούμε τι θα του αναθέσει η Σύνοδος και στη συνέχεια θα προχωρήσουμε σε εκλογές».

«Δεν είχα καμία εμπάθεια εναντίον του. Ήταν ένα υπάκουο παιδί και νομίζαμε πως είχε το φρόνημα που διδάχθηκε στις Θεολογικές Σχολές, από τον προκάτοχο μου και από μένα. Όταν ανέλαβε, μας διέγραψε όλους. Πίστευε πως ήξερε τα πάντα» ανέφερε ο Μακαριότατος.

Τέλος, αποκάλυψε πως πριν τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου επικοινώνησε μαζί του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος του ξεκαθάρισε πως «δημοσίευμα εφημερίδας ήταν ψευδές και πως ο ίδιος δεν παίρνει το μέρος κανενός. Μάλιστα, παρενέβη για την άμεση απόσυρση του δημοσιεύματος, αφού ουδέποτε έκανε δήλωση υπέρ του Τυχικού».

ΠΗΓΗ: REPORTER