Το ντέρμπι με την Πάφος FC ήταν μια μικρογραφία του τι βλέπουμε από την ΑΕΚ σε μεγάλο μέρος τη φετινή σεζόν. Μια ομάδα δηλαδή που σε καμία περίπτωση δεν δείχνει κατώτερη της αντιπάλου της κι αν κάποιος δεν γνώριζε τη βαθμολογία και παρακολουθούσε απλά το ματς, δύσκολα θα πίστευε αν του έλεγες πως τις χωρίζουν 11 ολόκληροι βαθμοί.
Να το πρώτο «αν». Ασυναίσθητα. Η ομάδα της Λάρνακας βρέθηκε να χάνει με δύο γκολ διαφορά, ενώ η ίδια είχε καταγράψει τέσσερις (μετρημένες) κλασσικές ευκαιρίες. Για ακόμη μία φορά πλήρωσε την αναποτελεσματικότητα της στην τελική προσπάθεια, αλλά και τα σοβαρά ατομικά λάθη μπαίνοντας σε μειονεκτική θέση.
Ακόμη κι έτσι όμως όχι μόνο δεν τα παράτησε, αλλά έδειξε, όσο είχε δυνάμεις η… καλή της ενδεκάδα, πως μπορούσε ακόμη και για την ολική ανατροπή. Ο χαρακτήρας που έδειξε ήταν ασφαλώς το πιο θετικό στοιχείο απ’ οποιοδήποτε άλλο.
Ο Χένινγκ Μπεργκ εξήγησε γιατί καθυστέρησε να κάνει αλλαγές (στο 90+2’), τη στιγμή που ο Καρσέδο έβαλε προηγουμένως τους Σέμα, Άντερσον, Ζάζα, Κίνα και Πηλέα, με το μεγαλύτερο όνομα που ήρθε στα μέρη μας τον περασμένο Ιανουάριο (βλέπε Μίσλαβ Όρσιτς) να μην χρησιμοποιείται ούτε δευτερόλεπτο.
Το αν ο Νορβηγός θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει νωρίτερα κάποιους ποδοσφαιριστές, η απάντηση ενδεχομένως να είναι καταφατική αλλά αυτό είναι υποκειμενικό. Η ουσία είναι πως η διαφορά στον πάγκο μεταξύ των δύο ομάδων είναι εμφανής και για να είμαστε πάνω απ’ όλα ειλικρινείς με τον εαυτό μας, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι «game changer» στον πάγκο της, η ΑΕΚ δεν διαθέτει.
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, που την αφήνουμε για το φινάλε της σεζόν και στον τελικό απολογισμό. Στην περίπτωση του τελευταίου ντέρμπι, απλά μπορούμε να μιλάμε για φρεσκάρισμα, αλλά για αλλαγές που θα την ανέβαζαν επίπεδο από πλευράς απόδοσης, η συζήτηση θα απαιτεί χρόνο και κυρίως θα είναι σε μεγάλο βαθμό υποθετική, αφού πολλά «αν» θα την συνοδεύουν. Πέραν βέβαια του ότι η τακτική/φιλοσοφία του κόουτς είναι γνωστή και δεν θα τη μάθουμε τον Απρίλιο του 2025.
Επί της ουσίας, η ΑΕΚ έδειξε αυτό που πιστεύουν αρκετοί. Ότι η καλή της 11άδα μπορεί να κοντράρει τον οποιονδήποτε αντίπαλο και δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από κανέναν. Μετά όμως κάνουν εισβολή στην κουβέντα μας τα «αν» που λέγαμε και προηγουμένως. Κι ένα «γ@*^το», ακριβώς διότι φέτος αδίκησε τον εαυτό της. Όχι γιατί θα έπαιρνε το πρωτάθλημα, βάσει του τι παρουσίασε, αλλά γιατί αν είχε άλλα 2-3 στοιχεία που της έλειψαν, θα μπορούσε. Άντε πάλι μ’ αυτά τα αναθεματισμένα «αν»…

Ανδρέας Βεντούρης