Από διαφαινόμενος θρίαμβος, οδύνη και απρόσμενος σπαραγμός. Μια ποδοσφαιρική γιορτή που βάφτηκε κόκκινη από το αίμα, αντί από τα κασόλ και τις φανέλες, και 21 ψυχές που πέρασαν άθελά τους στην ιστορία. Σ’ αυτήν που γράφεται από τις πιο μεγάλες χαρές και τα πιο κρυφά όνειρα, αλλά μαζί μ’ αυτά και από τις πιο ανεξίτηλες στιγμές πίκρας για να καταλήξει ως απότοκο των συναισθημάτων που προκάλεσε στην καρδιά, στη μνήμη. Κυριακή 8 Φλεβάρη 1981. Σήμερα. Τότε. Κάθε χρόνο. Για πάντα. 
Νίκες, θρίαμβοι, ήττες, συντριβές, τρόπαια, πορείες, ντρίμπλες, γκολ. Κατά βάση αυτά. Ή ακόμη και οποιαδήποτε στιγμή στο χορτάρι ή στην κερκίδα. Ποιος ξέρει τι άλλο. Ό,τιδήποτε αποτελεί μέρος του οργανισμού μιας ομάδας, μετατρέπεται σε λιθαράκι για να γράψει ιστορία και να αφήσει τη δική του παρακαταθήκη. Να μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη και χαραγμένο στην καρδιά. Αθάνατο – δίχως εισαγωγικά ο χαρακτηρισμός. Ανάμνηση που με το πέρας του χρόνου γίνεται αναπόληση γλυκιά ενός κεφαλαίου ένδοξου των ομάδων και του βιβλίου της ιστορίας τους στο χρόνο. Ενός βιβλίου το οποίο, γράφεται και σε «μαύρες» σελίδες που αντικαθιστούν την χαρά με την πίκρα και την περηφάνια με την οδύνη.

Καλώς ή κακώς, ευτυχώς ή δυστυχώς, η Ζωή δοκιμάζει και φέρνει στα όριά της τη φύση μας, που καλείται να αντιμετωπίσει κάτι το οποίο για το οποίο είναι καταδικασμένη: τον θάνατο. Θέλοντας και μη, οριζόμενη (και) από την απώλειά της, αναδεικνύει γεγονότα και πρωταγωνιστές, θύματα και θύτες, έκαστος εκ των οποίων λαμβάνει, αργά ή γρήγορα, τη θέση που του ανήκει στην αντίστοιχη πλευρά της Ιστορίας. Αυτής της ίδιας που «γράφει», «γράφεται», δοξάζει, θυμάται και καταδικάζει.

Παραδείγματα πολλά, άπαντα ιστορικά, το καθένα με τη δική του βαρύτητα, λόγω συμβάντος, χωρόχρονου, αιτιών και, δυστυχώς, νεκρών. Μόναχο, Χέιζελ, Τσαπεκοένσε και πόσα άλλα. Έτος 1981, στα πρώτα χρόνια της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, η φίλαθλη κοινή γνώμη ετοιμάζεται να δοκιμαστεί από μια μέρα που θα έχει αμφότερες τις όψεις: αυτή ακριβώς είναι η ιδιαιτερότητά της, το μεγαλείο, το πλήγμα και το χάος της, δυνητικά η τιμή και η περηφάνια της. Όλα τους στάδια της διαδρομής προς τη μνήμη.

Ημέρα Κυριακή και στις 8 Φεβρουαρίου ο Ολυμπιακός του Κάζιμιρ Γκόρσκι ετοιμάζεται για ένα από τα κλασσικά ντέρμπι του ελληνικού πρωταθλήματος. Η ΑΕΚ του Μίλτου Παπαποστόλου φιλοξενείται στο παλιό «Γεώργιος Καραϊσκάκης» στο πλαίσιο της 20ης αγωνιστικής της τότε Α’ Εθνικής, σε μια σεζόν που ο τίτλος κατέληξε στον Πειραιά και το απόγευμα εκείνο είναι ξεκάθαρα ένας «κόκκινος» θρίαμβος· το τελικό επιβλητικό 6-0 δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης για τη γιορτή στο χορτάρι. Η τραγωδία όμως κάθεται στα ίδια καθίσματα με τη χαρά και η εξέλιξη του απογεύματος είναι το ίδιο αφοπλιστική και επώδυνη. 

Το δεύτερο μέρος έχει μόνο ένα πρωταγωνιστή και  ο «ερυθρόλευκος» μονόλογος επιφυλάσσει ένα  ρεσιτάλ τερμάτων: πέντε γκολ σε 21’, τρία σε 11’ διαδέχονται το 1-0 της ανάπαυλας και η «Ένωση» σκορπίζεται στους έξι ανέμους του Φαλήρου. Πρώτος των πρώτων σ’ ένα απόγευμα που κανείς γηπεδούχος δεν υστέρησε, ο Μάϊκ Γαλάκος με χατ – τρικ (30’, 64’, 85’) οδηγεί την αρμάδα στο θρίαμβο. Βαγγέλης Κουσουλάκης (68′), Κώστας Ορφανός (75′) και Νίκος Βαμβακούλας (85′) οι συνδιαμορφωτές σκόρερ στην προϊκονομία στέψης, που κορυφώνουν το ντελίριο στην εξέδρα και ωθούν τον κόσμο να αποθεώσει τους ήρωες του. Ήταν τότε λίγο πριν τη λήξη, που αλλάξαν όλα.

Οι ενδεκάδες του αγώνα: 

Ολυμπιακός (Καζιμίρ Γκόρσκι): Σαργκάνης, Κυράστας, Βαμβακούλας, Παπαδόπουλος, Νοβοσέλατς, Κουσουλάκης, Νικολούδης, Γαλάκος, Ορφανός, Αναστόπουλος, Περσίας.

ΑΕΚ (Μίλτος Παπαστόλου): Οικονομόπουλος, Παραπραστανίτης, Μανωλάς, Θώδης (46′ Νικολάου), Καραβίτης, Αρδίζογλου, Ελευθεράκης, Βλάχος, Κώττης, Μπάγεβιτς, Μαύρος.


Ήδη φίλαθλοι μετέβαιναν προς την έξοδο κατευθυνόμενοι προς τη θύρα 1 για να γιορτάσουν μαζί με τους αθλητές τους. Μία κλειστή πόρτα, ένα πεταμένο αφρολέξ κάθισμα. Σ’ αυτό σκόνταψε, σύμφωνα με μαρτυρίες, ένας φίλαθλος και ο συνωστισμός, ως μοιραίο αποτέλεσμα ύπαρξης πολλών ατόμων σε μικρό χώρο, επέφερε την τραγωδία. Από τότε η θύρα 7 άλλαξε για πάντα: το ζητοκραυγάζον επερχόμενο πλήθος πέφτει στους ήδη κάποιους υπάρχοντες φιλάθλους που έχουν «κολλήσει» μπροστά από την κλειστή πόρτα – αδύνατο να ακούσεις τις φωνές των δεύτερων, εξ αιτίας των ιαχών πανηγυρισμών τόσων και τόσων. Χάος, πανικός, σπαραγμός.

Το σπόγευμα αλλάζει πρόσωπο, καθώς η γιορτή εξελίσσεται σε τραγωδία και άμεσα σε κοινωνικό θέμα. «Ήταν ένα ατύχημα. Δε φέρει κανείς ευθύνη» δηλώνει από το Τζάνειο, όπου μεταφέρονται θύματα και τραυματίες, ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, αλλά πάντοτε δυστυχώς σ’ ανάλογες περιπτώσεις είναι αργά και οι τραγικές φιγούρες έχουν ενσαρκωθεί ήδη: πλην νεκρών, αυτοί φυσικά που μένουν πίσω και πλέον καλούνται να σηκώσουν τον δικό τους σταυρό για το υπόλοιπο της ζωής τους, επειδή άδοξα και αδίκως τερματίστηκε αυτή των αγαπημένων τους προσώπων.

«Θα πνιγέιτε από το αίμα των παιδιών μας» φωνάζουν και ο εισαγγελέας Ναπολέων Παντγιώρας ζητά στο όνομα της δικαιοσύνης την τιμωρία των υπευθύνων: η Ολυμπιακή Επιτροπή, η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, έξι αστυνομικοί και πέντε μεταφορείς επί καθήκοντος στην Πύλη 7 την αποφράδα εκείνη μέρα κατηγορούνται για αθέλητο ανθρωποκτονία και πρόκληση σωματικών βλαβών. Την 15η Μαρτίου 1984 αρχίζει η, οπως αποδεικνύεται μαραθώνια δικαστική διαμάχη – ολοκληρώνεται δύο χρόνια μετά, στις 22 Φεβρουαρίου 1986 με την αθώωση των πέντε θυρωρών, ύστερα από εξέταση 40 μαρτύρων και ουσιαστικά υπέυθυνη την… κακή κατασκευή της σκάλας. Νομική διδικασία κατά των υπευθύνων αδύνατη, μιας και είχαν περάσει χρόνια από την κατασκευή της.

Η ιστορία υπήρξε κυνική τότε: ίδιο απόγευμα, δύο όψεις της ζωής. Ημέρα θλίψης, θανάτου και πόνου. Γι’ αυτό και μνήμης. Από τότε, πάντοτε και για πάντα. Λίγο παραπάνω ίσως κάθε χρόνο τέτοια μέρα, ειδικά φέτος, λόγω της 100ων γενεθλίων. Οι «21» έχουν τα διαρκεία τους στον ουρανό και βλέπουν από ψηλά στα χρόνια που περνούν την ομάδα να μεγαλώνει. Μάρτυρες των στιγμών της στη μηχανή του χρόνου. Όπως και στην κορυφαία νύχτα της ιστορίας της, τον περασμένο Μάη. Και, ποιος ξέρει, ίσως να αμύνθηκαν μαζί με τους παίκτες στο χορτάρι και τον κόσμο στην κερκίδα.

Τα ονόματα των 21 θυμάτων (από τον νεώτερο στον μεγαλύτερο):
– Παναγιώτης Τουμανίδης (14 ετών)

– Κώστας Σκλαβούνης (16 ετών)

– Ηλίας Παναγούλης (17 ετών)

– Γεράσιμος Αμίτσης (18 ετών)

– Γιάννης Κανελλόπουλος (18 ετών)

– Σπύρος Λεωνιδάκης (18 ετών)

– Γιάννης Σπηλιόπουλος (19 ετών)

– Νίκος Φίλος (19 ετών)

– Γιάννης Διαλυνάς (20 ετών)

– Βασίλης Μαχας (20 ετών)

– Ευστράτιος Πούπος (20 ετών)

– Μιχάλης Κωστόπουλος (21 ετών)

– Ζωγραφούλα Χαϊρατίδου (23 ετών)

– Σπύρος Ανδριώτης (24 ετών)

– Κώστας Καρανικόλας (26 ετών)

– Μιχάλης Μάρκου (27 ετών)

– Κώστας Μπίλας (28 ετών)

– Αναστάσιος Πιτσόλης (30 ετών)

– Αντώνης Κουρουπάκης (34 ετών)

– Χρήστος Χατζηγεωργίου (34 ετών)

– Δημήτριος Αδαμόπουλος (40 ετών)