Οι φίλαθλοι που βρέθηκαν την 1η Οκτωβρίου 1975 στο Araneta Coliseum της Μανίλα, πρωτεύουσας των Φιλιππινών, για τη μάχη του Μοχάμεντ Αλί με τον Τζο Φρέιζερ, γνώριζαν καλά ότι θα γίνονταν μάρτυρες ενός ιδιαίτερου κεφαλαίου της παγκόσμιας αθλητικής ιστορίας.
Δεν ήταν απλά ένας αγώνας για τον παγκόσμιο τίτλο των βαρέων βαρών της επαγγελματικής πυγμαχίας. Το παρελθόν και οι δηλώσεις των δύο μονομάχων, είχαν δημιουργήσει την αίσθηση ότι ήταν έτοιμοι να παλέψουν μέχρις εσχάτων. Όχι μόνο για τη νίκη και τη ζώνη του παγκόσμιου πρωταθλητή, αλλά και για την τιμή και την υπερηφάνειά τους.
Ήταν η τρίτη αναμέτρηση των δύο κορυφαίων Αμερικανών πυγμάχων μέσα σε μία πενταετία και όλος ο πλανήτης περίμενε την απάντηση στο ερώτημα ποιος ήταν ο καλύτερος. Ο σκληροτράχηλος Φρέιζερ, ο οποίος είχε κερδίσει την πρώτη μάχη στις 8 Μαρτίου 1971 στο Μάντισον Σκουέρ Γκάρντεν της Νέας Υόρκης και μαζί τον τίτλο του αδιαφιλονίκητου παγκόσμιου πρωταθλητή, επιζητούσε ρεβάνς για την ήττα του στον δεύτερο αγώνα, στις 28 Ιανουαρίου 1974.
Από την άλλη πλευρά, ο χαρισματικός αλλά και αμετροεπής Αλί, ήθελε να διατηρήσει τον τίτλο που είχε ανακτήσει στις 30 Οκτωβρίου 1974. Τότε που νίκησε στην Κινσάσα του Ζαΐρ (νυν Δημοκρατία του Κονγκό) τον άλλο κορυφαίο πυγμάχο της εποχής, τον Τζορτζ Φόρμαν, ο οποίος είχε εκθρονίσει τον Φρέιζερ από τις 22 Ιανουαρίου 1973.
Οι δηλώσεις των δύο πρωταθλητών συνετέλεσαν στο να οξυνθούν οι μεταξύ τους σχέσεις. Ο Αλί δεν έχανε την ευκαιρία να αποκαλεί «γορίλα» τον Φρέιζερ, ενώ έφτιαξε μέχρι και στιχάκι με ομοιοκαταληξία παραμονές του αγώνα τους στη Μανίλα: «It will be a killa and a thrilla and a chilla when I get the Gorilla in Manila», είχε πει, δίνοντας έμπνευση στους διοργανωτές για την ονομασία της αναμέτρησης («Thrilla in Manila», δηλαδή «Θρίλερ στη Μανίλα».
Ήταν μια κλασική τακτική του Αλί για να μπαίνει στο μυαλό των αντιπάλων του. Μια τακτική που συνήθως απέδιδε, αφού οι αντίπαλοί του έχαναν την ψυχραιμία τους μόλις τον έβλεπαν στο ρινγκ και την ακολουθούσε ιδίως όταν δεν ήταν καλά προετοιμασμένος για τους αγώνες. Όπως τότε, που η σχέση του με τη Βερόνικα Πορσέ, ενώ ήταν ακόμα παντρεμένος με την Μπελίντα Μπόιντ, είχε αποσπάσει το μυαλό του από τις προπονήσεις.
Ο Φρέιζερ δεν υπέκυψε στον πειρασμό να απαντήσει. Επί χρόνια ήταν πικραμένος με τον Αλί και τον θεωρούσε, μια και τον είχε υποστηρίξει όταν οι αρχές του είχαν αφαίρεσαν τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή και την πυγμαχική άδεια το 1967, λόγω της άρνησής του να καταταγεί στον στρατό και να πολεμήσει στο Βιετνάμ.
Το μόνο που έκανε ο Φρέιζερ για να πικάρει τον μεγάλο του αντίπαλο ήταν ότι συνέχισε να τον κατονομάζει «Κάσιους Κλέι», δηλαδή με το πραγματικό του όνομα, κάτι που γνώριζε ότι του προκαλούσε εκνευρισμό. Και βέβαια πείσμωσε όσο ποτέ άλλοτε απ’ όσα άκουγε να λέει για εκείνον ο Αλί. Όπως δήλωσε σε αφιέρωμα του BBC ο Ντέιβ Γουλφ, μέλος του τιμ του στον αγώνα της Μανίλα, «ο Τζο ήταν έτοιμος να πεθάνει πάνω στο ρινγκ… και το έκανε».
Ποιος θα κατέρρεε πρώτος
Ο αγώνας εξελίχθηκε πράγματι σε μάχη ζωής και θανάτου. Ο Φρέιζερ εγκατέλειψε το σήμα κατατεθέν του, δηλαδή τακτική της άμυνας με σκυμμένο το κεφάλι και στηνόταν όρθιος μπροστά στον Αλί. Σαν να ήθελε να τον προκαλέσει να του επιτεθεί. Παράλληλα, από τον 3ο γύρο άρχισε να ρίχνει επιτυχημένα χτυπήματα και μέχρι τον 10ο γύρο φαινόταν να έχει το προβάδισμα.
Ο Αλί δεν έπαψε να μιλάει ακόμα και κατά τη διάρκεια του αγώνα για να ρίξει το ηθικό του αντιπάλου του. «Δεν το ‘χεις, Τζο, δεν το ‘χεις» του είχε πει λίγο πριν την έναρξη, εισπράττοντας το χαμόγελο του Φρέιζερ. Στη συνέχεια ακούστηκε να του λέει «άντε λοιπόν, άσχημε γορίλα, χτύπα με», ενώ με τα χέρια του τον προκαλούσε να τον πλησιάσει.
Η κόπωση άρχισε να επιδρά και στους δύο πυγμάχους από τον 11ο γύρο. Οι τακτικές πήγαν πια περίπατο, ήταν κυριολεκτικά μια μάχη επιβίωσης. Πιο δυνατός αποδείχθηκε ο Αλί, ο οποίος κατάφερε τόσα χτυπήματα στο πρόσωπο του Φρέιζερ, ώστε τον άφησε σχεδόν τυφλό. Όπως παραδέχθηκε στον προπονητή του, Έντι Φατς, δεν έβλεπε σχεδόν τίποτα.
Τα μέλη της ομάδας του Φρέιζερ δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν, αφού η ζέστη μες στην αρένα ήταν αποπνικτική (έφτασε και τους 49 βαθμούς Κελσίου) και είχε λιώσει τον πάγο που είχαν στη διάθεσή τους γι’ αυτήν τη δουλειά. Ο Αλί συνέχισε να τον χτυπά έχοντας ακουμπισμένη την πλάτη του στα σχοινιά, τακτική που ακολουθούσε συχνά όταν είχε χάσει μεγάλο μέρος τω δυνάμεών του.
Η υπεροχή του επισφραγίστηκε στον 13ο γύρο, όταν από τα διαδοχικά χτυπήματά του ο Φρέιζερ έχασε μέχρι και την προστατευτική μασέλα του. Στον 14ο, ήταν εμφανώς ανήμπορος να πυγμαχήσει και με το ζόρι στεκόταν στα πόδια του. Δεν έπεσε, όμως, παρότι ο Αλί συνέχισε να τον χτυπά σαν μανιασμένος, αν και ήταν εμφανώς κατάκοπος κι ο ίδιος.
Ο Φατς κατάλαβε ότι θα ήταν επικίνδυνο για τη ζωή του Φρέιζερ να τον αφήσει να μπει στον 15ο και τελευταίο γύρο. Με ένα νεύμα προς τον διαιτητή, τον Φιλιππινέζο Κάρλος Παντίγια, έκανε γνωστή την παραίτηση του αθλητή του. «Όλα τελείωσαν. Κανείς δεν θα ξεχάσει τι έκανες σήμερα», είπε ο Φατς στον Φρέιζερ, όταν ο τελευταίος τον παρακάλεσε να συνεχίσει.
Κοντά στον θάνατο
Πράγματι ο αγώνας είχε γραφτεί με χρυσά γράμματα στην ιστορία της πυγμαχίας, από τη στιγμή που ο Αλί ανακηρύχθηκε και επίσημα νικητής. «Δεν ένιωσα ποτέ άλλοτε τόσο κοντά στον θάνατο», δήλωσε ο θριαμβευτής, ο οποίος αργότερα παραδέχτηκε ότι είχε σκεφτεί να τα παρατήσει με το τέλος του 9ου γύρου. Όπως αναφέρει στην αυτοβιογραφία του: «Ο Φρέιζερ κατέρρευσε λίγο προτού καταρρεύσω εγώ. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να αντέξω περισσότερο».
Παρά την κόντρα που είχε προηγηθεί, η σκληρότητα του αγώνα έκανε και τους δύο πυγμάχους να εκφράσουν την εκτίμηση που έτρεφε ο ένας για τον άλλον. «Ο Τζο Φρέιζερ, το λέω τώρα σε όλον τον κόσμο, μου βγάζει τον καλύτερό μου εαυτό. Σας το λέω τώρα, πρόκειται για έναν απίστευτο άνδρα κι εύχομαι ο Θεός να τον ευλογεί» είπε ο Αλί, ο οποίος αργότερα πρόσθεσε για τον αντίπαλό του: «Είναι ο κορυφαίος πυγμάχος όλων των εποχών, μαζί με εμένα».
Οι σχέσεις των δύο μονομάχων της 1ης Οκτωβρίου 1975 δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ πλήρως. Μόνο μερικά χρόνια πριν τον θάνατό του, στις 7 Νοεμβρίου 2011, ο Φρέιζερ δήλωσε σε συνέντευξή του στο ESPN ότι δεν κρατούσε πια κακία στον Αλί για όσα του είχε πει κατά καιρούς.
Το βέβαιο είναι ότι όλο αυτό το παρασκήνιο συνετέλεσε ώστε εκείνος ο αγώνας, που αποτέλεσε την κορύφωση της κόντρας του, να θεωρείται ίσως ο κορυφαίος όλων των εποχών στην επαγγελματική πυγμαχία, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην αθλητική ιστορία.