Τη διαφορά στο ποδόσφαιρο, και όχι μόνο εδώ που τα λέμε, την κάνει το να είσαι σε θέση να οραματιστείς αυτό που κάνεις άλλος δεν έχει καν διανοηθεί. Να δεις (σ)το μέλλον. Αυτό, προφανώς, δεν είναι για το μέσο όρο, για το μέσο θνητό. Κανένα πρόβλημα, ούτε ο Πεπ Γκουαρδιόλα ούτε ο Λιονέλ Μέσι υπήρξαν ποτέ τέτοιοι.
Το πώς γεννήθηκε το false 9, το ψευτοεννιάρι επί το ελληνικότερο (ή και «κρυφός επιθετικός») είναι μια ιστορία ποδοσφαιρικής ιδιοφυίας και ταλέντου. Ο Καταλανός κόουτς το είδε σαν φουτουριστική ταινία μπροστά του, όμως αν δεν είχε έναν παίκτη του εξωγήινου επιπέδου του «Λίο» να «νιώσει» αμέσως, μπορεί η αφήγηση να είχε εντελώς διαφορετικές λέξεις.
Ήταν παραμονές classico, Μάιος 2009. Η Ρεάλ Μαδρίτης ήταν μια ασταμάτητη μηχανή, προερχόμενη από 17 συνεχόμενα ματς δίχως ήττα. Ο Γκουαρδιόλα βασανιζόταν για να βρει τρόπο να βάλει τέλος η Μπαρτσελόνα σε αυτό το σερί. Η «βιντεοθεραπεία» έδινε και έπαιρνε. Βλέπε βλέπε και ενώ έξω είχε βραδιάσει για τα καλά, το κοφτερό του μάτι εντόπισε μια πολλά υποσχόμενη λεπτομέρεια.
Σε ένα προηγούμενο ντέρμπι των αιωνίων του ισπανικού ποδοσφαίρου, οι Γκούτι, Γκάγκο και Ντρέντε πρέσαραν ψηλά τους Τσάβι και Γιάγια Τουρέ, ενώ οι Καναβάρο και Μέτσελντερ έμεναν πίσω. Ως εκ τούτου προέκυπτε ένας τεράστιος κενός χώρος ανάμεσα στις γραμμές.
Ο Πεπ το είδε τότε ολοκάθαρα μπροστά του, ανατρίχιασε από την ένταση της προσμονής και των δυνατοτήτων. Τον Μέσι σε αυτό το χώρο. Ελεύθερο και αμαρκάριστο. Και το δίδυμο των στόπερ της «Βασίλισσας» να μην έχει ιδέα τι να κάνει. Να πέσουν πάνω του ή να τον περιμένουν; Το ποδόσφαιρο, ειδικά σε αυτό το level, δεν συγχωρεί δισταγμούς και αμφιβολίες.
Ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός του ώστε παρά το προχωρημένο της ώρας πήρε τηλέφωνο τον Αργεντινό για να του πει τι είχε σκεφτεί και να του ζητήσει να έρθει στο γραφείο του. Σε πολύ λίγο, ο Μέσι ήταν εκεί. Είδε κι αυτός το βίντεο, άκουσε την εξήγηση του προπονητή του. Μαζί τα παρακάτω λόγια:
«Θέλω να αρχίσεις το ματς κανονικά στο άκρο, αλλά όταν σου δώσω την εντολή να κινηθείς στο κενό που σου έδειξα. Από τη στιγμή που οι Τσάβι και Ινιέστα σπάσουν την πίεση της Ρεάλ και σου δώσουν τη μπάλα, θέλω να πας κατά μέτωπο προς τον Κασίγιας». Το ήξεραν μόνο οι δυο τους, μαζί ο τότε βοηθός του Γκουαρδιόλα και επίσης παρών στη συνάντηση, Τίτο Βιλανόβα.
Λίγα λεπτά πριν την έναρξη του αγώνα, στις 2 Μαΐου 2009, ο Γκουαρδιόλα πλησίασε τους Τσάβι και Ινιέστα και τους είπε: «Όταν θα βλέπετε τον Μέσι να κινείται ανάμεσα στις γραμμές, δώστε του τη μπάλα». Δεν χρειαζόταν να πει πολλά παραπάνω σε 2 χαρισματικούς μέσους που ζούσαν για να «ταΐζουν» τους συμπαίκτες τους.
Το classico άρχισε, το πλάνο δούλεψε στην εντέλεια. Η Μπάρτσα δεν παιζόταν, έκανε τη Ρεάλ να μοιάζει ομαδούλα, να μην καταλάβει από πού της ερχόταν. Το σκορ έγραψε 6-2 στο «Μπερναμπέου», σε ένα από τα πλέον ιστορικά και εκκωφαντικά αποτελέσματα στην ιστορία του αθλήματος. Ο Μέσι είχε γίνει false 9 και ο Πεπ είχε μπει οριστικά και αμετάκλητα στη λίστα με τις τακτικές ιδιοφυίες του αθλήματος.
Βέβαια η θεωρία του νυν κόουτς της Μάντσεστερ Σίτι μπορεί να μην είχε ποτέ λειτουργήσει στην πράξη άμα είχε εκφραστή κάποιον άλλον αντί του Μέσι. Δεν ήταν μόνο το θείο ταλέντο. Ήταν και η γνώση. Ο Αργεντινός είχε μάθει όλα τα προηγούμενα χρόνια να παίζει σε όλο το μεσοεπιθετικό κομμάτι του γηπέδου.
Μικρός, στη Νιούελς Όλντ Μπόις, ήταν playmaker. Όταν μετέπειτα πήγε στην Μπάρτσα κλήθηκε να προσαρμοστεί αγωνιζόμενος στο πάνω μέρος του ρόμβου σε ένα 3-4-3 που του φαινόταν πολύπλοκο γιατί είχε συνηθίσει να έχει περισσότερες ελευθερίες. Γρήγορα, πάντως, το συνήθισε – αυτό έλειπε.
Όταν αργότερα πέρασε τις πύλες της α’ ομάδας, ο Φρανκ Ράικαρντ τον έβαλε στο δεξί άκρο της επίθεσης. Λίγο πολύ αναγκαστικά καθώς δεν υπήρχε αλλού χώρος σε μια πυραυλοκίνητη 11άδα γεμάτη world class παίκτες. Ο Μέσι ήταν ακόμα ο μικρός. Ναι μεν τεράστιο ταλέντο, αλλά έπρεπε ακόμη να (από)δείξει πολλά. Δεν μπορούσε να επιβάλει δηλαδή το οτιδήποτε. Αυτή ήταν μια εντελώς νέα θέση για τον «Λίο». Ποτέ ξανά δεν είχε παίξει δεξί εξτρέμ. Ουδόλως τον πείραζε. Χαιρόταν απλά και μόνο που ήταν βασικός. Κι ήταν βεβαίως τόσο χαρισματικός ώστε πολύ γρήγορα έκανε δικιά του τη θέση. Το ότι έπαιζε με ανάποδο πόδι αποδείχθηκε τεράστιο συν με δεδομένη την ικανότητα του στην ντρίμπλα, στο να αλλάζει κατεύθυνση προς τη δυνατή του πλευρά.
Προϊόντος του χρόνου άρχισε να πηγαίνει όλο και πιο πολύ και προς τον άξονα, αφού γινόταν συνεχώς πιο σημαντικός για τους «μπλαουγκράνα». Όριζε πλέον τις καταστάσεις και τις συνθήκες των αγώνων κατά το δοκούν.
Ακόμα κι έτσι ένιωσε κι αυτός έκπληξη όταν τον πήρε τηλέφωνο εκείνο το βράδυ ο Πεπ, την παραμονή του clasico. Να πώς τα θυμάται:
«Ήταν εκεί με τον Τίτο Βιλανόβα και είχαν δει κάμποσα βίντεο με ματς της Ρεάλ, όπως άλλωστε έκαναν για κάθε αντίπαλο.
Μου εξήγησαν την ιδέα του false 9. Πως θα πήγαιναν οι Ετό και Ανρί στα άκρα και εγώ θα ανέβαινα κεντρικός επιθετικός. Χωρίς να μένω στατικός εκεί, αλλά βγαίνοντας έξω και γυρνώντας και πιο πίσω. Η ιδέα ήταν πως τα σέντερ μπακ της Ρεάλ θα με ακολουθούσαν και οι δύο γρήγοροι εξτρέμ που είχαμε θα έβρισκαν χώρους να χτυπήσουν από πίσω.
Ένα από τα γκολ του Ανρί μπήκε ακριβώς έτσι. Ήταν μια έκπληξη και για μας και για τη Ρεάλ αυτή η τακτική. Θυμάμαι πως είχαμε πολλή κατοχή και συνεχώς παίκτη παραπάνω στο κέντρο.
Δεν είχα παίξει ποτέ φορ, αλλά ήξερα αυτή τη θέση γιατί δεν ζητούσε στατικότητα, αλλά συνεχή κίνηση και να έρχομαι από πίσω παίζοντας με βάθος. Ήξερα ακριβώς τι έπρεπε να κάνω».
Όταν η λιακάδα του κοφτερού μυαλού ενός από τους πιο καινοτόμους προπονητές όλων των εποχών συνάντησε τον (πιθανότατα) μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών, τέτοια τρανά και ιστορικά πράγματα γεννήθηκαν…