29 Νοεμβρίου 1973: Έρχεται στον κόσμο ο γιος του Ντάνι ΓουίλσονΡάιαν, που επέλεξε να γραφτεί στα βιβλία της ποδοσφαιρικής ιστορίας με το επίθετο της μητέρας του. Ο πιο πιστός στρατιώτης και ρέκορντμαν συμμετοχών της Μάντσεστερ ΓιουνάιτεντΡάιαν Γκιγκς, κλείνει τα 50 του χρόνια.
«Ο πατέρας μου, Ντάνι Γουίλσον, ενδιαφερόταν μόνο για το ράγκμπι και τις μπίρες. Η μητέρα μου, Λιν Γκιγκς, συνήθιζε να προσέχει μωρά, να μαγειρεύει και να καθαρίζει σπίτια. Μία προδομένη γυναίκα, που προσπαθούσε για το καλύτερο. Δούλεψε σκληρά. Έκανε δύο και τρία επαγγέλματα ταυτόχρονο.

Ο πατέρας μου, συχνά μεθυσμένος, κατέληγε να την χτυπά. Ήθελα να την βοηθήσω, αλλά ήμουν μικρός. Μία μέρα η ζωή μου άλλαξε, όμως, χάρη σε έναν γαλατά, τον Ντένις Σκόφιλντ».

Μέσα σε 72 λέξεις, ο Ράιαν Γκιγκς, που σήμερα (29/11) κλείνει τα 50 του χρόνια, έδωσε το «απόσταγμα» της παιδικής του ηλικίας.

Πώς από τη βίαιη τόσο στη θεωρία, όσο και στην πράξη, καθημερινότητα, ήρθε ένα «χέρι» για να τον σηκώσει και να του δείξει τον δρόμο. Σωστότερα, τη διέξοδο από ένα σκοτεινό μονοπάτι στο οποίο αναγκάστηκε να βαδίσει ως γιος ενός μέθυσου.

Τα χρόνια πέρασαν και ο πιτσιρικάς που εντυπωσίασε τον γαλατά που εκτελούσε χρέη… σκάουτερ, έγραψε τη δική του ιστορία. Όχι ως Γουίλσον, αλλά ως Γκιγκς.

«Ο πατέρας είχε δραπετεύσει στο Λίβερπουλ, όταν ο Ντένις Σκόφιλντ ζήτησε την άδεια της μητέρας μου για να με αναλάβει. Συμφώνησαν. Καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν με έπαιρνε από το σπίτι για τις προπονήσεις. Ήταν μία από τις πιο όμορφες σκηνές των παιδικών μου χρόνων.

Ακόμη θυμάμαι την ημέρα που βρήκα τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον να συζητά στο σαλόνι με τη μητέρα μου, ώστε να με εντάξει στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ήταν υπόθεση δευτερολέπτων. Ήταν η ομάδα της καρδιάς μου».

Το απέδειξε. Παρέμεινε «κόκκινος διάβολος» από το ντεμπούτο του, μέχρι την ημέρα που αποχώρησε από τους αγωνιστικούς χώρους. Πέρασε την πόρτα του προπονητικού της κέντρου ως παιδί και όταν έφυγε ήταν ο πρώτος σε συμμετοχές με τη φανέλα της με 941 εμφανίσεις.

Πίστη. Αυτή που τον δίδαξαν η μητέρα του και ο Ντένις Σκόφιλντ, από την ημέρα που έκανε ντεμπούτο.

«Το 1989 ήμασταν σε ένα τουρνουά στην Ιταλία. Πριν το παιχνίδι ο διαιτητής μπήκε στα αποδυτήρια και ξεκίνησε τη διαδικασία αναγνώρισης.

-Ποιος είναι ο Γκιγκς;

-Εγώ!

Όλοι γύρισαν και με κοίταξαν. Ήξεραν ότι είναι το επώνυμο της μητέρας μου. Ήταν ο τρόπος μου για να δείξω πως είμαι με το μέρος του ανθρώπου που ήταν πάντα δίπλα μου».

Λέγεται πως στο ξεκίνημα της ονειρικής του πορείας, είχε μία στιχομυθία με μία γειτόνισσα, όταν τον βρήκε να τρέχει στα στενά του Σάλφορντ σε μία ημέρα που είχε ρεπό.

Αρκετές σελίδες την απέδωσαν στα ελληνικά και παρότι ο διάλογος, ίσως είναι φανταστικός, έως ένα σημείο, αν αναζητούσε κανείς τις κατάλληλες λέξεις για να αντικαταστήσουν την εικόνα, αυτές θα επέλεγε.

«-Καλημέρα κυρία Τέιλορ.

-Καλημέρα κύριε Γουίλσον! 

-Με φωνάζεις συνέχεια με το πατρικό μου ε; 

-Πάλι τρέχεις. Δεν είναι μέρα ξεκούρασης σήμερα;

– Πες μου κυρία Τέιλορ, εσύ πότε ξεκουράζεσαι;

– Εγώ είμαι μια απλή νοικοκυρά!

– Ξέρω ότι δεν χρειάζεται να πας στο εργοστάσιο ή στο γραφείο, αλλά πες μου εκείνη την ημέρα της εβδομάδας που δεν σιδερώνεις, δεν μαγειρεύεις, δεν καθαρίζεις το σπίτι σου, δεν φροντίζεις την μεγάλη σου οικογένεια..

-Τι παράξενη ερώτηση. Ο σύζυγός μου δεν θα συμφωνούσε. Πάντα λέει ότι δεν κάνω τίποτα, ότι ποτέ δεν έφερα χρήματα στο σπίτι και ότι δεν ξέρω καν τι είναι δουλειά. Και ο γείτονας το ίδιο λέει στην γυναίκα του.

– Και η μαμά μου ήταν νοικοκυρά. Την έβλεπα να παλεύει, να κλαίει, να ιδρώνει, να κάνει τη θυσία πίσω από την άλλη. Ακόμα και μετά το διαζύγιο. Ακόμα και όταν μετακόμισα από το Κάρντιφ στο Μάντσεστερ. Ακόμα και όταν όλοι εκείνοι που ισχυρίζονταν ότι την γνώριζαν καλά, της είπαν ότι αντί να κλαίει, θα ήταν καλύτερο να συνεχίσει να κάνει τις οικιακές δουλειές. Γι’ αυτό πάντα να με φωνάζεις με το επίθετο της μητέρας μου. Αν πραγματικά με χρειαστείς και δεν μπορείς να με φωνάξεις Ράιαν, να με λες Γκιγκς.

Μια μέρα κυρία Τέιλορ, θα γίνω παγκοσμίως γνωστός. Κανείς δεν θα μιλάει για την μεγάλη Γιουνάιτεντ του Γουίλσον, γιατί από σήμερα και στο εξής θα με λες Γκιγκς. Η μεγάλη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Ράιαν Γκιγκς. Θέλω να το θυμάσαι.

– Γκιγκς! Ράιαν Γκίγκς!! Ναι, έχετε δίκιο, ακούγεται πολύ καλό κύριε Γκιγκς».