Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο στα 61 του χρόνια να δακρύζει επειδή βραβεύεται και δέχεται το χειροκρότημα από κόσμο που τον αποθέωνε πριν από τριάντα και βάλε χρόνια, αντιλαμβάνεσαι τα μοναδικά συναισθήματα που δημιουργεί το ποδόσφαιρο.
Ο Ούβε Μπίαλον είχε εκφράσει ένα προσωπικό… παράπονο στην πρόσφατη συνέντευξή του: «Ξέρεις, όταν αγωνίζεσαι σε μια ομάδα για πολλά χρόνια κι αποχωρείς, γίνεται κάτι σαν μία… γιορτή. Σαν μία τιμητική. Εγώ δεν είχα αυτή την ευκαιρία».
Αντιλήφθηκα τότε την πικρία και τη στεναχώρια του. Η ευκαιρία που ήθελε, που τόσο πολύ επιθυμούσε, καθυστέρησε για 30 χρόνια αλλά στην προκειμένη περίπτωση, ισχύει το κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Ο παλαίμαχος Γερμανός δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του, όταν κατάλαβε πως ο κόσμος δεν τον έχει ξεχάσει μετά από τόσα χρόνια. Πώς θα μπορούσε να ξεχαστεί άλλωστε. Ο ίδιος όμως δεν το ήξερε. Πλέον… ξέρει.
Το βραβείο του δεν ήταν αυτό που παρέλαβε από τον Γιώργο Κωνσταντίνου, μήτε η φανέλα από τον Άντρο Καραπατάκη με τ’ όνομά του, αλλά η αποθέωση που γνώρισε από τον κόσμο και το «Ούβε-Ούβε» που άκουσε απ’ την εξέδρα. Πιθανότατα δεν το περίμενε. «Έχουν περάσει τόσα χρόνια…», θυμάμαι να μου λέει στην πρόσφατη συνάντησή μας. Δυσκολευόταν να πιστέψει ότι η εκτίμηση του κόσμου παρέμενε η ίδια, ίσως και μεγαλύτερη. Έτσι συμβαίνει, κάποτε, όσο περνούν τα χρόνια. Δεν απορροφά (ο χρόνος) τα πάντα στο «recycle bin» του καθενός μας…
Έδινε την εντύπωση, βρισκόμενος στον αγωνιστικό χώρο στην «Αρένα», ότι το απολάμβανε. Ότι δεν ήθελε να τελειώσει. Ρούφηξε κάθε στιγμή, κάθε δευτερόλεπτο. Δάκρυσε, αλλά ταυτόχρονα χαιρόταν. Αν είχε τη δυνατότητα, θα μπορούσε να πάρει την μπάλα, να επιχειρήσει ένα από τα συνηθισμένα του βολέ και να την στείλει τα δίχτυα, τρέχοντας στη συνέχεια προς τον κόσμο με το γνωστό του πανηγυρισμό, με υψωμένο το δάκτυλο.
Στα 61 του, έκανε σαν παιδί. Αν σε ρωτήσεις κανείς τι είναι το ποδόσφαιρο, δείξ’ του τη φωτογραφία με τα δάκρυα του Ούβε Μπίαλον. Ο ίδιος ήθελε να πει το δικό του ευχαριστώ, μα το «danke» του κόσμου προς αυτόν ήταν εντονότερο, τόσο που να λυγίσει ακόμη κι ένα γερμανικό τανκ…
Ανδρέας Βεντούρης