Για ενδεχόμενα ποινικά και πειθαρχικά αδικήματα σε αγώνες καλαθοσφαίρισης ενημέρωσε την Τετάρτη τον Γενικό Εισαγγελέα Γιώργο Σαββίδη η Επιτροπή Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού, η οποία του παρέδωσε το πόρισμα για τους αγώνες ΕΝΑΔ-ΑΠΟΕΛ, ΕΝΑΔ-ΑΠΟΠ και ΑΠΟΠ-ΕΝΑΔ κατά τη διάρκεια συνάντησης που έλαβε χώρα στην Νομική Υπηρεσία.
Σε δηλώσεις του μετά το τέλος της συνάντησης, ο κ. Σαββίδης έκανε λόγο για μία εποικοδομητική και χρήσιμη συνάντηση με τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής, η πρώτη με την παρούσα της σύνθεση υπό την προεδρία του Δρ Καπαρδή, κατά την οποία η Επιτροπή παρέδωσε το πόρισμά της από την έρευνα που διεξήγαγε σχετικά με καλαθοσφαιρικούς αγώνες, το οποίο περιλαμβάνει την έκθεση και το μαρτυρικό υλικό, ενώ ενημέρωσε και για τις υπόλοιπες έρευνες στις οποίες προβαίνει.
«Τόσο ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, όσο και εγώ είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι από τα όσα ακούσαμε σήμερα, και ιδίως από τη διαπίστωση για τον ζήλο και την αφοσίωση με την οποία η Επιτροπή αντιμετωπίζει το έργο της», τόνισε ο Γενικός Εισαγγελέας, προσθέτοντας πως είναι απαραίτητο να αξιοποιηθεί πλήρως η Επιτροπή για να εξασφαλιστεί ένας όσο το δυνατόν καθαρότερος αθλητισμός.
Προσέθεσε πως κατά τη διάρκεια της συνάντησης συμφωνήθηκε ότι με βάση το πνεύμα της νομοθεσίας που διέπει τη σύσταση της Επιτροπής θα μπορεί αυτή να αξιοποιήσει περαιτέρω το νομοθετικό πλαίσιο, τόσο στο θέμα της εκπαίδευσης και δη στις νεαρές ηλικίες με την παροχή σεμιναρίων, όσο και με εισηγήσεις στις διάφορες αθλητικές αρχές, εκεί όπου διαπιστώνεται ότι υπάρχουν έρευνες ή πληροφορίες για θέματα που άπτονται της διαφάνειας στον αθλητισμό, έχοντας τη δυνατότητα να κάνει συστάσεις ώστε κάποια θέματα να αντιμετωπίζονται με άμεσα διορθωτικά μέτρα.
Σημείωσε επίσης πως το πιο σοβαρό καθήκον της Επιτροπής είναι η διερεύνηση των υποθέσεων διαπλοκής και διαφθοράς στον αθλητισμό και στο πλαίσιο αυτό οι έρευνες θα πρέπει διεξάγονται με τον ταχύτερο τρόπο, ενώ διαβεβαίωσε την Επιτροπή εκ μέρους της Νομικής Υπηρεσίας ότι μόλις περιέρχονται στην αντίληψή της οι οποιεσδήποτε καταγγελίες της Επιτροπής θα γίνονται τα αναγκαία διαβήματα για την προώθησή τους.
Ο κ. Σαββίδης ανέφερε ακόμη πως στο πλαίσιο των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του Γενικού Εισαγγελέα, εκεί και όπου κρίνεται σκόπιμο, θα είναι δυνατή η χρήση ποινικών ανακριτών αν αυτό βοηθά στην καλύτερη διερεύνηση υποθέσεων και την καλύτερη συνεννόηση με τις αστυνομικές αρχές.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού Ανδρέας Καπαρδής σημείωσε με τη σειρά του σχετικά με τη διερεύνηση καταγγελιών για διαφθορά στον αθλητισμό τη σημασία της λήψης και άλλων μέτρων πέραν της κατασταλτικής προσέγγισης, όπως η πρόληψη μέσω της παιδείας, καθώς και άλλα μέτρα που δρομολογούνται για το νέο έτος.
Σχετικά με το κατατεθέν πόρισμα, ο κ. Καπαρδής ανέφερε ότι αφορά καταγγελία που έγινε από την ίδια την ομοσπονδία καλαθοσφαίρισης για τρεις αγώνες, με την Επιτροπή να ορίζει ερευνώντες λειτουργούς πριν από δέκα μήνες, οι οποίοι έχουν παραδώσει το πόρισμά τους, προσθέτοντας πως εκ πρώτης όψεως υπάρχουν ποινικά και πειθαρχικά αδικήματα, των οποίων θα επιληφθούν η Νομική Υπηρεσία και η ομοσπονδία αντίστοιχα.
Ερωτηθείς για τους λόγους που δεν επιτρέπουν συχνά σε καταγγελίες στον χώρο του αθλητισμού να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης, ο Γενικός Εισαγγελέας είπε ότι οι υποθέσεις αυτές είναι από τις πιο δύσκολες να αποδειχθούν στα δικαστήρια, προσθέτοντας πως το μεγαλύτερο όπλο στην καταπολέμηση αυτού του είδους των εγκλημάτων θα είναι η νόμιμη παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, εκεί όπου μπορεί να εξασφαλιστεί ικανοποιητική μαρτυρία η οποία θα οδηγήσει τις υποθέσεις στο δικαστήριο, όπως συνέβη σε παρόμοιες υποθέσεις στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία.
Συμπλήρωσε πως δυστυχώς ακόμη δεν κατέστη δυνατό να τύχει αξιοποίησης η νομοθεσία που ψηφίστηκε το 2020 για να μπορούν να γίνονται τέτοιες παρακολουθήσεις, δήλωσε όμως βέβαιος πως μόλις αυτό γίνει θα υπάρξουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα.
Ο κ. Σαββίδης είπε επίσης πως, παρότι λίγες, υπήρξαν σχετικές καταδίκες, όπως αυτή ατόμου που στοιχημάτισε σε ποδοσφαιρικό αγώνα χαμηλότερης κατηγορίας στον οποίο συμμετείχε, όπως και η καταχώρηση ποινικής υπόθεσης η οποία δυστυχώς λόγω του διαστήματος που μεσολάβησε μέχρι την εκδίκαση είχε ως αποτέλεσμα κάποιοι από τους κύριους μάρτυρες να αλλάξουν γνώμη και να μην καταθέτουν τελικά, με την ηγεσία της Νομικής Υπηρεσίας να ζητά για τον λόγο αυτό από τα ανώτατα δικαστήρια να δίνουν προτεραιότητα σε τέτοιες υποθέσεις.