Αμέσως μετά τη χηρεία του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου, ο πρώτος, κατά την τάξη, από τους εν ενεργεία Μητροπολίτες αναλαμβάνει την προσωρινή διοίκηση του, ως Τοποτηρητής, μέχρι την εκλογή και ενθρόνιση του νέου Αρχιεπισκόπου.

Αν ο καλούμενος στην τοποτηρητεία κωλύεται, ή αποποιείται, αναλαμβάνει ο επόμενος, κατά την τάξη, από τους εν ενεργεία Μητροπολίτες.

Ο τοποτηρητής ασκεί την προσωρινή διοίκηση της Αρχιεπισκοπής μόνο στα συνθήκη και απαραίτητα, για την εύρυθμη λειτουργία της, χωρίς να επιτρέπεται κατά τα λοιπά οποιαδήποτε μεταβολή στο καθεστώς είτε των προσώπων είτε των πραγμάτων.

Ο Τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου έχει την υποχρέωση να στείλει, εντός δέκα ημερών από τη χηρεία του Θρόνου, δύο εγκυκλίους, μία προς τους εφημερίους, με την οποία εντέλλεται την κατάρτιση, ή αναθεώρηση, των εκλογικών καταλόγων, εντός δεκαπέντε ημερών από την έκδοση της εγκυκλίου, και μία δεύτερη προς όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας, με την οποία ορίζει την ημέρα για την εκλογή του τριπροσώπου, εντός σαράντα ημερών από τη χηρεία του Θρόνου.

Η παράταση των προθεσμιών είναι δυνατή μόνο για εξαιρετικούς λόγους, με απόφαση της Ιεράς Συνόδου. Ή Ιερά Σύνοδος, σε περίπτωση αδυναμίας του Τοποτηρητή να ανταποκριθεί στις παραπάνω υποχρεώσεις του, μπορεί να αναθέσει την τοποτηρητεία στον επόμενο, κατά την τάξη, Μητροπολίτη κ.ο.κ.

Εκλόγιμοι για τον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο είναι όλοι οι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Κύπρου, και όσοι έχουν τα, κατά το άρθρο 30, προς αρχιερατεία προσόντα.

Η διαδικασία εκλογής, για την ανάδειξη Αρχιεπισκόπου, διεξάγεται σε δύο στάδια:

α) την κατάρτιση του τριπροσώπου, με καθολική ψηφοφορία

και

β) την εκλογή του Αρχιεπισκόπου από την Ιερά Σύνοδο.

Κατά την ημερομηνία, που θα ορισθεί από τον Τοποτηρητή στην αποσταλείσα εγκύκλιο, διεξάγονται, με καθολική μυστική ψηφοφορία, εκλογές, για την κατάρτιση του τριπροσώπου. Δικαίωμα ψήφου έχουν όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ηλικίας άνω των δεκαοκτώ ετών, όσοι διαμένουν μόνιμα, τουλάχιστον από ενός έτους, στην Κύπρο, και είναι εγγεγραμμένοι στον εκλογικό κατάλογο ψηφοφόρων, ο οποίος εγκρίνεται από την Ιερά Σύνοδο.

Ο κατάλογος των εκλογέων κάθε ενορίας, ή κοινότητας, δημοσιεύεται, με ανάρτηση του στους Ιερούς Ναούς και στην ηλεκτρονική σελίδα της Εκκλησίας της Κύπρου. Καθένας, που έχει έννομο συμφέρον, δικαιούται να υποβάλει, εντός τριών ημερών, μέσω του ιερέως της ενορίας, έγγραφη ένσταση για τον κατάλογο στον οικείο Αρχιερέα.

Ο Αρχιερεύς, αφού εξετάσει τις ενστάσεις, αποφαίνεται αιτιολογημένα και ανέκκλητα, πέντε ημέρες το αργότερο πριν από την καθορισμένη, για την εκλογή του τριπροσώπου, ημερομηνία.

Για τον καταρτισμό του καταλόγου των εκλογέων και την τήρηση της εκλογικής διαδικασίας, ή Ιερά Σύνοδος μπορεί, για την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών, να συνεργάζεται με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Κράτους.

Σε κάθε ενορία χρέη Εφορευτικής Επιτροπής εκτελεί ή Ενοριακή Επιτροπή. Σε ενορίες, όπου θα υπάρξουν περισσότερα εκλογικά κέντρα, ή Εφορευτική Επιτροπή ορίζεται από τον οικείο Αρχιερέα.

Κάθε ψηφοφόρος δικαιούται να ψηφίσει έναν από τους υποψήφιους για την κατάρτιση του τριπροσώπου.

Κάθε ψηφοδέλτιο είναι λευκό και φέρει τη σφραγίδα της Εφορευτικής Επιτροπής. Ο ψηφοφόρος αναγράφει ιδιοχείρως το όνομα του προς αρχιεπισκοπεία εκλογίμου της προτιμήσεώς του. Εάν ο ψηφοφόρος αδυνατεί να εκφράσει γραπτώς τη βούληση του, ο Πρόεδρος της Εφορευτικής Επιτροπής είναι υποχρεωμένος να αναγράψει στο ψηφοδέλτιο το όνομα, που του υποδεικνύεται από αυτόν.

Μετά την ολοκλήρωση της καταμέτρησης των ψήφων στα εκλογικά κέντρα, τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας αποστέλλονται στον Τοποτηρητή. Κάθε ψηφοφόρος μπορεί να υποβάλει, εντός τριών ημερών, στην Ιερά Σύνοδο ενστάσεις για την εκλογική διαδικασία.

Εντός πέντε ημερών, από το πέρας της προθεσμίας υποβολής των ενστάσεων, ή Ιερά Σύνοδος συγκαλείται από τον Τοποτηρητή, αποφαίνεται οριστικά γι’ αυτές και προχωρεί, στη συνέχεια, στην επικύρωση των αποτελεσμάτων και στην κατάρτιση του τριπροσώπου, από τα τρία πρόσωπα που πλειονοψήφησαν.

Σε περίπτωση ισοψηφίας, διενεργείται κλήρωση κατά τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου. Εντός τριών ημερών, από την κατάρτιση του τριπροσώπου, ή Ιερά Σύνοδος συγκαλείται από τον Τοποτηρητή, για την εκλογή του Αρχιεπισκόπου.

Πριν από την εκλογή, τελείται Θεία Λειτουργία στον Καθεδρικό Ναό, από τον τελευταίο, κατά την τάξη, από τους μη περιλαμβανομένους στο τριπρόσωπο εν ενεργεία Μητροπολίτες. Στη συνέχεια, ή Ιερά Σύνοδος συνέρχεται στο Μεγάλο Συνοδικό και προβαίνει στην εκλογή, με μυστική ψηφοφορία.

Αρχιεπίσκοπος αναδεικνύεται από το τριπρόσωπο εκείνος, που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειονοψηφία των μελών της Ιεράς Συνόδου.

Εάν αυτή δεν επιτευχθεί, ή ψηφοφορία επαναλαμβάνεται, στην ίδια συνεδρία της Ιεράς Συνόδου, μεταξύ των δύο προσώπων, που πλειονοψήφησαν, και Αρχιεπίσκοπος αναδεικνύεται εκείνος, που λαμβάνει τις περισσότερες ψήφους. Στην περίπτωση ισοψηφίας, διενεργείται κλήρωση. Μετά την εκλογή του Αρχιεπισκόπου, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου κατέρχονται στον Καθεδρικό Ναό για την τέλεση της Κανονικής Πράξεως.

Η χειροτονία, εάν ο εκλεγμένος δεν είναι Αρχιερεύς, και ή ενθρόνιση γίνονται εντός δεκαπέντε ημερών από την εκλογή. Η εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου, καθώς και η ημερομηνία ενθρονίσεως του, ανακοινώνονται από τον Τοποτηρητή στους Προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Εφόσον, κατά τη διαδικασία της εκλογής, ο Τοποτηρητής παραλείψει να εφαρμόσει τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη, ή αμελήσει να συγκαλέσει την Ιερά Σύνοδο, αυτή συγκαλείται από τον επόμενο, κατά την τάξη, Μητροπολίτη κ.ο.κ., ο οποίος αναλαμβάνει εφεξής και την τοποτηρητεία.