Με σπαραγμένη καρδιά και δάκρυα στα μάτια τ’ αδέρφια και καρδιακοί φίλοι μοιράστηκαν τις δικές τους εμπειρίες με τον εκδημήσαντα Αρχιεπίσκοπο, στο «ΣΙΓΜΑ».

Τον περιγράφουν ως σπλαχνικό, ταγμένο στην Εκκλησία και ανιδιοτελή.  Δίπλα στους παθόντες, όπως ορίζει η ουσία της Ορθοδοξίας, πράττοντας ταπεινά, πάντα ως όριζε η Εκκλησία, πορεύτηκε σε ολόκληρο το βίο του.

Αν και ο πατέρας του έφυγε νωρίς δεν δείλιασε ούτε στιγμή να περπατήσει τη ζωή. Δίπλα στη μητέρα του και τα αδέλφια του σε ρόλο προστάτη.

Ο αδελφός του, Δημήτρης Αντωνίου, δήλωσε ότι «ήμασταν πάρα πολύ φτωχοί. Στα εννέα μας χρόνια χάσαμε τον πατέρα μας. Όποιος του ζητούσε βοήθεια, του την έδινε από τον μισθό του. Πολλές φορές που παίζαμε βράδυ στο σπίτι, ανέβαινε πάνω στο κρεβάτι και μας έψελνε».

Ο φίλος του, Γιάννης Γιάγκου, εξιστόρησε στο Σίγμα ότι «(τον ρωτούσα) έτσι λεβεντάνθρωπος θα μείνεις διάκος για όνομα του Θεού, να παντρευτείς, να κάνεις παιδιά. (Μου απαντούσε) νιώθω μέσα μου την κλήση και την κλίση να υπηρετήσω την εκκλησία».

Συνέχισε αναφερόμενος στη βοήθεια που έδωσε ο Αρχιεπίσκοπος σε ένα ορφανό παιδί, του οποίου η μητέρα του έφυγε από τη ζωή μετά από 2,5 χρόνια. Συγκινημένος, ρώτησε τον Γιάγκου πόσα θα του δώσει, και παρακάλεσα να του δώσει 250 λίρες ακόμα. Στη συνέχεια αστειευόμενος είπε στον Γιάγκου αστειευόμενος, άντε ρε τσιγκούνη, πέρασε από το λογιστήριο και πες τους να σου εκδώσουν μια επιταγή των 500 λιρών.

Η νύφη του, Κλεοπάτρα Αντωνίου, ανέφερε ότι «ποτέ δεν μας είπε κακό λόγο, μας αγαπούσε και τον αγαπούσαμε».

Ο μικρός του αδερφός, Αντώνης Αντωνίου, τόνισε ότι «τον ένιωθα σαν τον πατέρα μου. Ποτέ δεν ήθελε να φαίνεται ότι ευνοούσε την οικογένειά του.