Μετά από 13 «χρυσά» χρόνια που συνοδεύτηκαν από 14 τίτλους ο Νίκος Γκάλης και ο Άρης, δύο έννοιες σχεδόν ταυτόσημες, έπαψαν να προσδιορίζουν η μία την άλλη.  Ο τότε πρόεδρος των «κιτρινόμαυρων», Θεόφιλος Μητρούδης, θεώρησε πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για τον σχεδόν 35 ετών «Γκάνγκστερ» και του πρότεινε να σταματήσει το μπάσκετ και να αναλάβει τις ακαδημίες της ομάδας, με παχυλό μάλιστα μισθό και με συμβόλαιο διάρκειας πέντε ετών. Αυτό έγραφαν τουλάχιστον τα μέσα της εποχής.

Ο Γκάλης, που πίστευε ότι υπήρχαν ακόμα καύσιμα στο ρεζερβουάρ του απέρριψε την εν λόγω πρόταση και αποχώρησε πικραμένος από τον Άρη. Οι μνηστήρες δεν άργησαν να συρρεύσουν, αφού τα σύννεφα είχαν εμφανιστεί λίγο καιρό πριν και οι φήμες που ήθελαν τις δύο πλευρές να οδηγούνται σε διαζύγιο επιβεβαιώθηκαν.

ΠΑΟΚ* και Ολυμπιακός ενδιαφέρθηκαν φυσικά για την περίπτωση του Γκάλη, αλλά η μοίρα και το τεράστιο για τα δεδομένα της εποχής συμβόλαιο -ύψους ενός δισεκατομμυρίου δραχμών και διάρκειας τριών ετών- έφεραν τον Γκάλη στον Παναθηναϊκό. Βλέπετε το 1979, όταν ο Γκάλης ήταν ακόμα στην Αμερική, ο Άρης τον είχε «κλέψει» μέσα από τα χέρια των «πρασίνων» και το 1992 ήρθε η ώρα να κλείσει εκείνη η εκκρεμότητα.

Πάμε όμως στο προκείμενο. Το ημερολόγιο έγραφε 14 Ιουλίου. Ημέρα Τρίτη. Ο Παύλος και ο Θανάσης Γιαννακόπουλος κατέφθασαν στο roof garden του Χίλτον μαζί με τον Γκάλη, ο οποίος φορούσε ένα μουσταρδί πόλο μπλουζάκι, για να τον παρουσιάσουν και επίσημα ως το νέο μεταγραφικό απόκτημα του Παναθηναϊκού.

G_6.jpg

«Βάζω το μυαλό και την πείρα μου για να γίνει ο Παναθηναϊκός ομάδα πρωταθλητισμού» είχε πει μεταξύ άλλων εκείνη την ημέρα ο Γκάλης και δεν αθέτησε τον λόγο του, αφού εκείνος έγινε το όχημα για να επανέλθει το «τριφύλλι» στο προσκήνιο αγωνιστικά αλλά και να κερδίσει ξανά το ενδιαφέρον των φιλάθλων. Η ομάδα είχε να γευτεί τη χαρά ενός τίτλου από το 1986, όμως πλέον έμπαινε σε νέα τροχιά.

«Ο Γκάλης θα τελειώσει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό, αλλά τον θέλουμε για πάντα κοντά μας κι από άλλη σκοπιά», είχε δηλώσει με τη σειρά του ο αείμνηστος κ. Παύλος. Spoiler Alert: Επιβεβαιώθηκε, αλλά μόνο κατά το ήμισυ, αφού ο Νίκος Γκάλης έκλεισε την καριέρα του ως παίκτης των «πρασίνων», αλλά πρόωρα και άδοξα!

GG_1.jpg

Ο Παναθηναϊκός δεν κατάφερε να κατακτήσει το εγχώριο πρωτάθλημα το 1993, μετά και την απόφαση των αδελφών Γιαννακόπουλων να μην αφήσουν την ομάδα να κατέβει στον τέταρτο τελικό κόντρα στον Ολυμπιακό, ευρύτερα γνωστό ως και τελικό της… ζαρτιέρας, ενώ και στο Final 4 στο Τελ Αβίβ το 1994, το εμπόδιο των «ερυθρολεύκων» (σσ. που τελικά ηττήθηκαν από την Μπανταλόνα του Ομπράντοβιτς στον τελικό) αποδείχθηκε ανυπέρβλητο. Παρά ταύτα, ο Παναθηναϊκός αναδείχθηκε Κυπελλούχος Ελλάδας στις 15 Μαΐου του ‘93, επικρατώντας με 96-89 του Άρη στον τελικό που έλαβε χώρα στο ΣΕΦ, χάρις στους 36 πόντους που έβαλε ο Γκάλης στην πρώην ομάδα του και τους άλλους 30 που συμπλήρωσε ο Άριαν Κόμαζετς.

Αυτός είναι και ο μοναδικός κοινός τίτλος Γκάλη-Παναθηναϊκού, αφού στις 18 Οκτωβρίου του 1994 έπεσαν οριστικά οι… τίτλοι τέλους. Η κόντρα του Γκάλη με τον τότε προπονητή των «πρασίνων», Κώστα Πολίτη είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, το καλοκαίρι του 1988, στο Προολυμπιακού Τουρνουά της Ολλανδίας, όμως εκείνη την ημέρα το ποτήρι ξεχείλισε.
Ο Παναθηναϊκός έπαιζε με τους Αμπελόκηπους στο κλειστό του Μετς και ο Έλληνας τεχνικός «πάρκαρε» τον Νίκο Γκάλη στον πάγκο κατά τη διάρκεια όλου του πρώτου μισού της αναμέτρησης, με αποτέλεσμα ο «γκάγκστερ» να μείνει στα αποδυτήρια μετά την ανάπαυλα.
Ο Γκάλης πείσμωσε τόσο πολύ που μέσα σε λίγες ώρες μάζεψε τα πράγματά του και έφυγε για την Θεσσαλονίκη. Κι αυτό ήταν το φινάλε. Παρά τις προσπάθειες της διοίκησης του Παναθηναϊκού, που προχώρησε μέχρι και σε αλλαγή προπονητή, προσλαμβάνοντας τον Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου στη θέση του Πολίτη, ο Γκάλης ήταν αμετανόητος και αποφασισμένος να μην φορέσει ξανά τα μπασκετικά του παπούτσια.
Τον Σεπτέμβριο του 1995 ανακοίνωσε και επίσημα την απόσυρσή του από την ενεργό δράση αναφέροντας στα ΜΜΕ: «Κάποτε θα γινόταν κι αυτό. Στη ζωή όλα έχουν μια αρχή και ένα τέλος. Πολλές φορές εξαρτάται από εμάς, πολλές φορές όχι. Ήθελα να σταματήσω αυτό που τόσο αγάπησα κι αγαπώ, μέσα στο γήπεδο. Γιατί πιστεύω ότι ξέρω να παίρνω τις αποφάσεις μου, τότε που πρέπει. Φεύγω από το άθλημα που αγάπησα πικραμένος».
*ΥΓ. Ο Νίκος Βεζυρτζής, τότε πρόεδρος του «Δικεφάλου» πολύ θα ήθελε να «κλέψει» τον Γκάλη από τον συμπολίτη και μεγάλο αντίπαλο, Άρη, ωστόσο, η παρουσία του Ντούσαν Ίβκοβιτς στον πάγκο της ομάδας καθιστούσε αυτόν τον «γάμο» απαγορευτικό. «Ποτέ στην καριέρα μου δεν θα ξαναδουλέψω σε ομάδα που παίζει ο Γκάλης» είχε δηλώσει ο Ντούντα μία δεκαετία νωρίτερα, όταν είχε ολοκληρώσει τη συνεργασία του με τους «κιτρινόμαυρους», κι ο λόγος του Σέρβου ήταν σπαθί.