Η πρόσφατη γενική συνέλευση της ΚΟΠ δεν έβγαλε τίποτα καινούριο απ’ όσα γνωρίζαμε και συνηθίσαμε τα τελευταία χρόνια, κυρίως για τις παραδοσιακές μεγάλες ομάδες: στο μόνο που συμφωνούν είναι ότι… διαφωνούν.
Στο κομμάτι της διαιτησίας η καθεμία έχει τις δικές της θέσεις, αλλά δουλειά μ’ αυτόν τον τρόπο δεν γίνεται. Μοιάζει κλισέ, αλλά είναι η πραγματικότητα: κάθε πέρσι και καλύτερα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο στο κυπριακό ποδόσφαιρο δεν είναι αυτή καθ’ αυτή η διαιτησία, αλλά το ότι ο καθένας λειτουργεί πάντοτε με γνώμονα το ατομικό συμφέρον κι όχι το ομαδικό. Σ’ αυτό ευθύνη έχει και η ίδια η ομοσπονδία.
Η επικείμενη δημιουργία της Πρέμιερ Λιγκ μοιάζει με μαγαζί που επιδιώκει να αλλάξει τη βιτρίνα του για τους περαστικούς, αλλά εντός δεν υπάρχει απολύτως τίποτα καινούριο. Κάπως έτσι είναι το κυπριακό ποδόσφαιρο. Τα όσα υπάρχουν εντός… καταστήματος, όσο περνάει ο χρόνος παλαιώνουν όλο και περισσότερο.
Τι στερείται το ποδόσφαιρό μας; Ένα σοβαρό πλάνο για το μέλλον αλλά και όραμα, που θα δώσει την εντύπωση στον κόσμο ότι όντως κάτι αλλάζει. Το ποδόσφαιρο είναι ένα τεράστιο προϊόν, μόνο που εδώ στην Κύπρο αδυνατούμε να το εκμεταλλευτούμε όπως πρέπει, προκειμένου να επωφεληθούν τα σωματεία –κυρίως οικονομικά.

Πρέμιερ Λιγκ – Μάρκετινγκ
Προφανώς η σύγκριση με την αγγλική Πρέμιερ Λιγκ θα είναι άστοχη, ανούσια, άτοπη, χρησιμοποιείστε όποιο επίθετο θέλετε. Ωστόσο, καταπιάνομαι από συγκεκριμένα σημεία προκειμένου να καταλήξω εκεί που επιθυμώ.
Τι έκανε τη διαφορά στην Αγγλία τα τελευταία -αρκετά- χρόνια; Όχι, δεν είναι ούτε οι Σαουδάραβες, ούτε οι πολυδάπανες μεταγραφές. Ακόμη και η παρουσία των Καταρινών και των Αράβων, προέκυψε διότι προηγήθηκαν άλλα, πολύ σημαντικά πράγματα τα οποία ασφαλώς τους είχαν δελεάσει να ασχοληθούν με το αγγλικό ποδόσφαιρο. Πρωτίστως, το μάρκετινγκ.
Για να κάνεις όμως σωστό και αποδοτικό μάρκετινγκ, θα πρέπει να έχεις κι ένα ελκυστικό προϊόν, κάτι που στην Κύπρο δεν ισχύει. Να υπάρχουν ξεκάθαροι κανονισμοί οι οποίοι θα τηρούνται από όλους, γήπεδα, να μπορείς να προσελκύσεις εταιρείες να επενδύσουν στα σωματεία/εταιρείες, αλλά και τους πελάτες/φιλάθλους.
Κατ’ επέκταση, θα δοθεί η δυνατότητα με την πάροδο του χρόνου να αυξηθούν και τα τηλεοπτικά έσοδα για όλες τις ομάδες κι όταν λέω για όλες, εννοώ όλες, μικρές και μεγάλες. Τα τηλεοπτικά δικαιώματα στην Αγγλία έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη, όμως αυτό δεν έγινε απ’ τη μια μέρα στην άλλη.
Πρώτα απ’ όλα επένδυσαν στο ίδιο το προϊόν. Το 1994, η κυβέρνηση Τζον Μέιτζορ έδωσε ένα συγκεκριμένο κονδύλι ώστε οι ομάδες να ανακατασκευάσουν τα γήπεδά τους. Σιγά σιγά η βία άρχισε να απομακρύνεται απ’ τις εξέδρες και προσελκύστηκαν διαφορετικού τύπου φίλαθλοι, πολύ περισσότερο οικογένειες. Όποιος πιστεύει ότι το αγγλικό ποδόσφαιρο άλλαξε λόγω της Μάργκαρετ Θάτσερ (την οποία παρεμπιπτόντως διαδέχθηκε ο Μέιτζορ), θα πιαστεί μάλλον αδιάβαστος.
Την ίδια ώρα, με τη βελτίωση του προϊόντος του ποδοσφαίρου, άρχισαν να επενδύονται περισσότερα χρήματα και δεν αναφέρομαι μονάχα στα τηλεοπτικά. Ακόμη όμως κι αν δώσουμε περισσότερη έμφαση σ’ αυτό το κομμάτι, δηλαδή στο τηλεοπτικό, σε περίπτωση ανάπτυξης του προϊόντος σου θα μπορέσεις να προσελκύσεις περισσότερους συνδρομητές, άρα τα σωματεία θα αποκτήσουν τη δυνατότητα/ευκαιρία για μεγαλύτερα έσοδα.
Αφού λοιπόν για χρόνια το αγγλικό ποδόσφαιρο αναπτυσσόταν διαρκώς, τότε, από ένα σημείο και μετά, άρχισε να προσελκύει πολύ περισσότερους επενδυτές. Τι επενδυτές, κολοσσούς ολόκληρους!

 Εξαρτώμενα
Το κυπριακό ποδόσφαιρο δεν πρόκειται ποτέ να προσελκύσει Σαουδάραβες και Καταρινούς, καθώς πρόκειται για μια πολύ μικρή αγορά. Το πρόβλημα ωστόσο είναι πως δεν μοιάζει γενικώς ελκυστικό, στο βαθμό που θα έπρεπε κι ενδεχομένως να μπορούσε, βάσει των ευρωπαϊκών επιτυχιών την τελευταία δεκαετία και βάλε.
Τα πλείστα σωματεία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό είτε από την τηλεοπτική τους συμφωνία, είτε απ’ την ευρωπαϊκή τους πορεία, είτε από τον μεγαλομέτοχο/πρόεδρο και τα χρήματα που θα βάλει από την τσέπη. Τι θα γίνει ωστόσο εάν τα χρήματα της τηλεόρασης μειωθούν ή ο οποιοσδήποτε μεγαλομέτοχος αποφασίσει να αποχωρήσει;
Τα παραδείγματα βρίσκονται ενώπιον μας. Αν φύγει ο Παπασταύρου από την Ομόνοια, ο Καραπατάκης από την ΑΕΚ, ο Πουλλαΐδης από την Ανόρθωση και πάει λέγοντας, τότε ποια θα είναι η επόμενη μέρα; Η πρώτη απάντηση που θα ‘ρχεται στο μυαλό του καθενός, είναι η λέξη αβεβαιότητα. Αυτό ωστόσο καταδεικνύει και το πρόβλημα που υπάρχει.
Το κυπριακό ποδόσφαιρο αδυνατεί να περάσει στην περίοδο της σοβαρής προόδου και εννοώ ασφαλώς στα ενδότερά του κι όχι το τι κάνουν οι ομάδες (μας) στην Ευρώπη. Εκεί πάμε καλά, αλλά επαναλαμβάνω, μοιάζει περισσότερο (ξανά) με το παράδειγμα της βιτρίνας. Το «μαγαζί», μέσα, έχει πρόβλημα. Θα μπεις, θα κοιτάξεις και θα βγεις, διότι πολύ απλά δεν θα βρεις κάτι που θα σου τραβήξει το ενδιαφέρον.

Ένοχες
Το να τσακώνονται οι ομάδες σχεδόν σε κάθε αγωνιστική σαν τα κοκόρια για τον διαιτητή, τον VARίστα και πάει λέγοντας, στο να αναλώνονται σε ανακοινώσεις που σκοπό έχουν τις εντυπώσεις κι όχι την ουσία, τις πλείστες φορές τουλάχιστον, το μόνο που καταφέρνουν σε βάθος χρόνου είναι αφενός να (νομίζουν ότι) ικανοποιούν τη μερίδα των οπαδών τους που φοράνε χρωματιστά γυαλιά, αφετέρου -το κυριότερο- να προκαλούν βλάβη στο ίδιο το προϊόν, δηλαδή το ποδόσφαιρο, το οποίο υποτίθεται θα έπρεπε να προστατεύουν σαν κόρη οφθαλμού. Τα σωματεία κρύβονται πίσω από ένα λάθος του διαιτητή και τελευταίως κι απ’ το… βαν του VAR.
Ότι κι αν λένε ωστόσο κατά καιρούς, η (συν)ενοχή τους παραμένει. Η προσέλευση του οπαδού, του θεατή, του πελάτη, πείτε το όπως θέλετε, τα τελευταία χρόνια μειώνεται διαρκώς και ο λόγος δεν είναι μόνο η διαιτησία ή η κάρτα φιλάθλου, αλλά γιατί δεν καταφέραμε να διώξουμε την προκατάληψη, παρουσιάζοντάς του ένα ελκυστικό πλάνο που θα τον κάνει να πιστέψει ότι όντως κάτι αλλάζει.

Στελέχη
Πολλοί έχουν την άποψη πως το ποδόσφαιρο δεν διοικείται από ανθρώπους που το κατέχουν. Εν μέρει έχουν δίκαιο, όχι όμως απόλυτο. Ρίξτε μια ματιά σε όσους απαρτίζουν το δ.σ της ομοσπονδίας, δηλαδή τους εκπροσώπους των σωματείων. Μπορεί να ‘ναι πολύ καλά παιδιά, άριστοι στα επαγγελματικά τους, αυτό όμως δεν εγγυάται πως έχουν και ικανότητες στα του ποδοσφαίρου. Υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι ο κάθε σύλλογος ορίζει τον εκπρόσωπό του στην ΚΟΠ επειδή σκέφτεται το γενικευμένο καλό του ποδοσφαίρου κι όχι το ατομικό; Ας μην είμαστε αφελείς.
Από την άλλη, δεν είναι απόλυτο το ότι αν υπάρξουν σε διοικητικά πόστα άνθρωποι που κατέχουν από ποδόσφαιρο, το σκηνικό θα διαφοροποιηθεί μετά βεβαιότητας. Είναι αλλιώς να ‘σαι ποδοσφαιριστής ή προπονητής από το να κληθείς να οργανώσεις ένα τόσο σοβαρό πρότζεκτ -διότι έτσι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Θεωρώ ότι στην Κύπρο έχουμε έλλειψη εκπαιδευμένων στελεχών πάνω στο ποδόσφαιρο, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν και να αναπτύξουν το προϊόν. Αυτά τα στελέχη μοιάζουν, αυτή την εποχή, πολύ πιο απαραίτητα, ώστε να καταρτίσουν και να παρουσιάσουν ένα πλάνο πραγματικής βελτίωσης/αναβάθμισης του ποδοσφαίρου μας κι όχι εικονικής.
Εάν η ομοσπονδία και οι παράγοντες δεν αλλάξουν νοοτροπία και μυαλά, εφόσον δεν επικεντρωθούν στα πραγματικά προβλήματα και συνεχίσουν να ασχολούνται επιδερμικά με αυτά, εάν οι διοικήσεις δείχνουν περισσότερο σοβαροφάνεια κι όχι σοβαρότητα (ενίοτε ούτε κι αυτήν), τότε αυτό το άρθρο θα είναι διαθέσιμο προς χρήση το 2022, το 2023, το 2030 και πάει λέγοντας. Ακριβώς διότι δεν θα ‘χει αλλάξει τίποτα.

Ανδρέας Βεντούρης